Πόσο μεγάλο πράγμα είναι το βίωμα.
Όσα βιβλία κι αν διαβάσεις, όσες κατηχήσεις κι αν ακούσεις, η καρδιά μαθαίνει αλλιώς, με τον πόνο, με τις χαρές, με τα δάκρυα, με την αγάπη των προσώπων που σημάδεψαν τη ζωή σου.
Όταν με ρωτούν πώς ξεκίνησα να προσεύχομαι, η ψυχή μου δεν πάει σε σελίδες βιβλίων, αλλά στα βάσανα που με μύησαν στο «Κύριε ελέησον» και στη μακαριστή μου γιαγιά. Θυμάμαι το καντηλάκι της, που έλαμπε τα βράδια πάνω στα πρόσωπα της Παναγίας και των Αγίων, που μου ψιθύριζε πως δεν είμαι μόνος. Εκεί, στην ησυχία του χωριού, βρήκα την πύλη της προσευχής.
Ο Μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος διηγείται πως γνώρισε ένα παιδί που έφτασε στα όρια της αθεΐας. Είχε γκρεμίσει όλα τα επιχειρήματα, όλες τις θεωρίες περί Θεού. Μα ένα πράγμα δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει: την εικόνα της μάνας του γονατιστή, να προσεύχεται με δάκρυα για τα παιδιά της και για όλο τον κόσμο. Αυτή η εικόνα λύγισε τον σκληρό νου του και άνοιγε την καρδιά του.
Γιατί η καρδιά πάντα μιλά πιο δυνατά από το μυαλό.
Το μυαλό μας έχει όρια. Η καρδιά ποτέ.
Είναι πλατιά σαν τον ουρανό για να χωρά τον Θεό.
Κι όταν κατεβείς απ’ το θόρυβο των λογισμών και μπεις στο ταμείο της καρδιάς, εκεί θα βρεις κρυμμένα όλα τα μυστικά. Εκεί θα ανακαλύψεις τον παράδεισο που ήδη κουβαλάς μέσα σου.
-π. λίβυος-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου