Σάββατο 15 Ιουνίου 2024

Αναγνώσματα Κυριακής

 


Κυριακή, 16 Ιουνίου 2024

Αγίων Τριακοσίων δέκα οκτώ (318) Πατέρων της Α' Οικουμενικής Συνόδου, Άγιος Τύχων ο Θαυματουργός επίσκοπος† ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ. «Τῶν ἁγίων 318 θεοφόρων πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς συνόδου (325 μ.Χ.)». Τύχωνος ἐπισκόπου Ἀμαθοῦντος Κύπρου.


🔹Ἀπόστολος

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Κ´ 16 - 18

16 ἔκρινε γὰρ ὁ Παῦλος παραπλεῦσαι τὴν Ἔφεσον, ὅπως μὴ γένηται αὐτῷ χρονοτριβῆσαι ἐν τῇ Ἀσίᾳ· ἔσπευδε γὰρ, εἰ δυνατὸν ἦν αὐτῷ, τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα. 17 Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον μετεκαλέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας. 18 ὡς δὲ παρεγένοντο πρὸς αὐτὸν, εἶπεν αὐτοῖς· Ὑμεῖς ἐπίστασθε, ἀπὸ πρώτης ἡμέρας ἀφ’ ἧς ἐπέβην εἰς τὴν Ἀσίαν, πῶς μεθ’ ὑμῶν τὸν πάντα χρόνον ἐγενόμην,

ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Κ´ 28 - 36

28 προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος. 29 ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου· 30 καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν. 31 διὸ γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον. 32 καὶ τὰ νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καὶ τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ ἐποικοδομῆσαι καὶ δοῦναι ὑμῖν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν. 33 ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα· 34 αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ’ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται. 35 πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι οὕτω κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων, μνημονεύειν τε τῶν λόγων τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὅτι αὐτὸς εἶπε· μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν. 36 καὶ ταῦτα εἰπὼν, θεὶς τὰ γόνατα αὐτοῦ σὺν πᾶσιν αὐτοῖς προσηύξατο.

🔹Ευαγγέλιο

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΖ´ 1 - 13

1 Ταῦτα ἐλάλησεν Ἰησοῦς, καὶ ἐπῆρε τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· Πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱὸς σου δοξάσῃ σέ, 2 καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον. 3 αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσιν σὲ τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν. 4 ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελειώσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω· 5 καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί. 6 Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι. 7 νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ εἰσιν· 8 ὅτι τὰ ῥήματα ἃ ἔδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας. 9 ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι, 10 καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστιν καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς. 11 καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ αὐτοὶ ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου οὓς δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς. 12 ὅτε ἤμην μετ’ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ. 13 νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὑτοῖς.

🔹Ερμηνεία Ευαγγελίου

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΙΖ´ 1 - 13

1 Αὐτὰ ὡμίλησεν ὁ Ἰησοῦς πρὸς τοὺς μαθητάς του. Καὶ ἔπειτα ἐσήκωσε τὰ μάτια του εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ εἶπε· Πάτερ, ἦλθεν ἡ ὥρα, τὴν ὁποίαν ἡ σοφία σου ὥρισε διὰ νὰ πάθω καὶ θυσιασθῶ κατ’ αὐτήν. Δέχθητι τὴν θυσίαν τοῦ παθήματός μου καὶ δόξασε τὸν Υἱόν σου καὶ κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν αὐτοῦ, διὰ νὰ σὲ δοξάσῃ καὶ ὁ Υἱός σου διὰ τῆς ἀπολυτρώσεως καὶ τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ἡ ὁποία θὰ ἀχθῇ εἰς πέρας διὰ τῆς θυσίας του ταύτης καὶ τῆς μετ’ αὐτῆς αἰωνίας ἀρχιερατικῆς μεσιτείας του. 2 Δόξασε τὸν Υἱόν σου σύμφωνα μὲ τὴν ἐξουσίαν, ποὺ τοῦ ἔδωκες ἐπὶ ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος, διὰ νὰ δώσῃ ὡς αἰώνιος ἀρχιερεὺς εἰς τὰ δεξιά σου καθήμενος εἰς ὅλον τὸ πλῆθος ἐκεῖνο ποὺ τοῦ ἔδωκες, καὶ οἱ ὁποῖοι ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν, ζωὴν αἰώνιον. 3 Αὐτὴ δὲ εἶναι ἡ αἰώνιος ζωή, τὸ νὰ προάγωνται συνεχῶς διὰ τῆς ζώσης ἐπικοινωνίας μετὰ σοῦ καὶ τῆς ἀπολαύσεως τῶν ἀπείρων τελειοτήτων σου εἰς τὴν γνῶσιν Σοῦ τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸν ὁποῖον ἀπέστειλας εἰς τὸν κόσμον. 4 Ἐγὼ ἐγνωστοποίησα τὸ ὄνομά σου εἰς τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὑπήκουσα τελείως εἰς τὸ θέλημά σου, ἔτσι δὲ σὲ ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ διὰ τῆς θυσίας μου, τὴν ὁποίαν θὰ προσφέρω μετ’ ὀλίγον ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, ἔφερα εἰς τέλειον πέρας τὸ ἔργον, ποὺ μοῦ ἔδωκες διὰ νὰ ἐπιτελέσω. 5 Καὶ τώρα, ὅτε ἡ ἐπὶ γῆς ἀποστολή μου ἦλθεν εἰς πέρας, ἀνάδειξόν με διὰ τῆς ἀναστάσεως καὶ ἀναλήψεώς μου αἰώνιον ἀρχιερέα καὶ δόξασέ με καὶ ὡς ἄνθρωπον σύ, Πάτερ, πλησίον σου, μὲ τὴν δόξαν τὴν ὁποίαν εἶχον κοντά σου, προτοῦ νὰ δημιουργηθῇ ὁ κόσμος. 6 Ἐφανέρωσα τὸ ὄνομά σου καὶ ἔκαμα γνωστὰς τὰς ἀπείρους τελειότητάς σου εἰς τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ὁποίους ἀπέσπασες ἀπὸ τοὺς κόλπους τοῦ κόσμου καὶ τοὺς ἔδωκες εἰς ἐμέ. Ἡ πρόθεσίς των ἦτο ἀγαθὴ καὶ ὡς ἐκ τούτου ἦσαν ἰδικοί σου. Καὶ σὺ ἔδωκες αὐτοὺς εἰς ἐμέ, καὶ ἐτήρησαν τὸν λόγον σου, τὸν ὁποῖον ἀπεκάλυψα εἰς αὐτούς. 7 Τώρα ἔμαθαν τελειότερον καὶ ἐπείσθησαν, ὅτι ἡ διδασκαλία μου καὶ τὰ ἔργα μου καὶ ὅλα ἐν γένει ὅσα μοῦ ἔδωκες, προέρχονται ἀπὸ σέ. 8 Ἀπόδειξις δὲ τοῦ ὅτι ἔλαβαν τὴν πληροφορίαν καὶ γνῶσιν αὐτήν, εἶναι τὸ ὅτι παρέδωκα μὲ τὴν διδασκαλίαν μου εἰς αὐτοὺς τοὺς λόγους, τοὺς ὁποίους μοῦ ἔδωκες διὰ νὰ ἀποκαλύψω εἰς τοὺς ἀνθρώπους, καὶ αὐτοὶ τοὺς παρέλαβον καὶ τοὺς ἀπεδέχθησαν. Καὶ ἐσχημάτισαν ἐν ἀληθείᾳ τὴν πεποίθησιν, ὅτι ἐγεννήθην καὶ ἐβγῆκα ἀπὸ τοὺς κόλπους σου καὶ ἐπίστευσαν, ὅτι σὺ μὲ ἀπέστειλας εἰς τὸν κόσμον. 9 Ἐγώ, ποὺ τόσον εἰργάσθην διὰ νὰ τοὺς ὁδηγήσω εἰς τὴν ἀληθῆ αὐτὴν γνῶσιν καὶ πίστιν, σὲ παρακαλῶ ὡς μέγας ἀρχιερεὺς καὶ μεσίτης δι’ αὐτούς· δὲν σὲ παρακαλῶ τὴν στιγμὴν αὐτὴν διὰ τὸν κόσμον τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ σὲ παρακαλῶ ὑπὲρ ἐκείνων, τοὺς ὁποίους μοῦ ἔδωκες, διότι μολονότι μοῦ τοὺς ἔδωκες, δὲν παύουν νὰ εἶναι ἰδικοί σου. 10 Καὶ ὅλα ὅσα ἀνήκουν εἰς ἐμέ, εἰναι ἰδικά σου, καθὼς καὶ τὰ ἰδικά σου εἶναι ἰδικά μου. Καὶ αὐτοὶ λοιπὸν ἰδικοί σου ἦσαν καὶ ἔγιναν ἰδικοί μου, ἀλλὰ καὶ ὡς ἰδικοί μου ἑξακολουθοῦν νὰ εἶναι ἰδικοί σου. Καὶ ἔχω δοξασθῇ δι’ αὐτῶν, διότι ἀνεγνώρισαν τὴν θείαν μου φύσιν καὶ ἐπίστευσαν εἰς ἐμέ. 11 Καὶ δὲν θὰ εἶμαι πλέον ὅπως μέχρι τοῦδε ἐν τῷ κόσμῳ διὰ τῆς σωματικῆς μου παρουσίας, διὰ νὰ τοὺς ἐνθαρρύνω καὶ ἐνισχύω δι’ αὐτῆς. Αὐτοὶ ὅμως θὰ εἶναι ἐν τῷ κόσμῳ, διότι δὲν ἐπετέλεσαν ἀκόμη τὴν ἀποστολήν των. Καὶ ἐγὼ ἔρχομαι πρὸς σέ. Πάτερ ἅγιε, φύλαξέ τους διὰ τῆς πατρικῆς προστασίας καὶ δυνάμεώς σου, τὴν ὁποίαν ἔδωκες καὶ εἰς ἐμέ, ὥστε νὰ παραμείνουν ἐνωμένοι μετ’ ἐμοῦ καὶ μεταξύ των καὶ νὰ εἶναι διὰ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ὁμοφροσύνης ἕνα ἠθικὸν σῶμα, ὅπως εἴμεθα ἕνα ἡμεῖς, ποὺ ἔχομεν τὴν αὐτὴν οὐσίαν καὶ φύσιν. 12 Ὅταν ἤμουν μαζί τους εἰς τὸν κόσμον, ἐγὼ ἐφύλαττα αὐτοὺς διὰ τῆς πατρικῆς καὶ ἰσχυρᾶς προστασίας σου. Αὐτοὺς ποὺ μοῦ ἔδωκες, τοὺς ἐφύλαξα καὶ κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν ἐχάθη παρὰ μόνον ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ὁ προδότης Ἰούδας, ὁ ὁποῖος ἐχάθη διὰ νὰ πληρωθοῦν καὶ ἐπαληθεύσουν αἱ προφητεῖαι τῆς Γραφῆς. 13 Τώρα ὅμως ἔρχομαι πρὸς σέ. Καὶ μὲ φωνὴν ἀκουομένην καὶ ἀπὸ αὐτοὺς λέγω ταῦτα, ἐνῷ εὑρίσκομαι ἀκόμη εἰς τὸν κόσμον αὐτόν, ὥστε μὲ τὴν πεποίθησιν ὅτι σὺ πλέον θὰ προστατεύῃς αὐτοὺς νὰ ἔχουν καὶ αὐτοὶ μέσα τους τελείαν τὴν χαράν, ποὺ αἰσθάνομαι τώρα καὶ ἐγώ, διότι ἐπανέρχομαι πλησίον σου.

Μην θλίβεσαι


 «Δὲν θέλω νὰ θλίβεστε καὶ νὰ συγχύζεστε γιὰ ὅσα συμβαίνουν ἀντίθετα στὴ θέλησή σας, ὅσο δίκαιη κι ἂν εἶναι αὐτή. Μία τέτοια θλίψη μαρτυρεῖ τὴν ὕπαρξη ἐγωϊσμοῦ.

 Προσέχετε τὸν ἐγωϊσμό, ποὺ κρύβεται κάτω ἀπὸ τὴ μορφὴ τοῦ δικαιώματος. Προσέχετε καὶ τὴν ἄκαιρη λύπη, δημιουργεῖται ὕστερ’ ἀπὸ ἕναν δίκαιο ἔλεγχο. Ἡ ὑπερβολικὴ θλίψη γιὰ ὅλα αὐτὰ εἶναι τοῦ πειρασμοῦ. Μία εἶναι ἡ ἀληθινὴ θλίψη. Αὐτὴ ποὺ δημιουργεῖται, ὅταν γνωρίσουμε καλὰ τὴν ἄθλια κατάσταση τῆς ψυχῆς μας. Ὅλες οἱ ἄλλες θλίψεις δὲν ἔχουν καμιὰ σχέση μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ». 


 ✝️Άγιος Νεκτάριος ό θαυματουργός επίσκοπος Πενταπόλεως Αιγύπτου.

Παρασκευή 14 Ιουνίου 2024

Λόγοι Αγίου Πορφυρίου



*Ὅσο πιό σκληρόκαρδος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, τόσο πιό βαθιά θά εἶναι ἡ πτώση του.*


*Ένα αὐγό σπάει καί ἀπό ὕψος 30 πόντων.*


*Ὅμως ἕνας βράχος πρέπει νά ἀνέβει πολύ ὑψηλά καί νά πέσει γιά νά συντριβεῖ.*


Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει πολύ σκληρή καρδιά, θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός νά πετύχει κάποια πράγματα:


Νά ἀνέβει ψηλά καί κατόπιν νά πέσει βαρύγδουπα γιά νά συντριβεῖ, νά μαλακώσει, νά σπάσει.


Ὅμως ὁ μαλακός ἄνθρωπος, ὁ εὐαίσθητος, ὁ πονόψυχος μπορεῖ νά μήν ἔχει μεγάλες κοσμικές ἐπιτυχίες, νά βρίσκει ὅλο ἐμπόδια, αὐτό ὅμως τόν προστατεύει ἀπό μεγάλες πτώσεις, τίς ὁποῖες ἡ εὐαίσθητη καρδιά του δέν θά ἀντέξει.


Νά λοιπόν, πού τά ἐμπόδια στή ζωή μας εἶναι ἡ προστασία μας καί ὄχι ἡ κατάρα μας καί ἡ δοκιμασία μας.


*Ἔτσι, ὅταν ὁ Θεός θέλει νά μᾶς γλιτώσει ἀπό ἐγωιστικά στραπατσαρίσματα βάζει ἐμπόδια στά σχέδιά μας.*


*Δηλαδή, τό ἐμπόδιο εἶναι ἡ προστασία ἀπό ἐγωιστικές πτώσεις.*


Γι’ αὐτό ὁ λαός λέει:


*«Κάθε ἐμπόδιο γιά καλό” καί κατ’κατ’ ἀναλογία “κάθε ἄνεση γιά κακό!»*


Λέγουν οἱ Πατέρες *«οὐδείς εἰσῆλθε μετ’ ἀνέσεως στόν παράδεισο».*


*Ὡς ἐκ τούτου πρίν ἀπό κάθε πτώση, προηγεῖται ἐγωιστική ἄνεση καί πρίν ἀπό κάτι ὄμορφο, συντριβή καί ταπείνωση.*


Με πατρική αγάπη και *Ευλογίες*

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2024

Το βλέμμα ψηλά


 Θάρρος, θάρρος…

Το βλέμμα ψηλά…

Μη θλίβεσαι…

Μη λυπάσαι πιο πολύ απ’ όσο πρέπει…

Να συνεχίσεις το δρόμο σου με θάρρος, με πολύ θάρρος.

Χάρισε τη καρδιά σου στο Κύριο και Εκείνος θα της δώσει όλες τις βιταμίνες και όλη τη ενέργεια που χρειάζεται για να μην καταρρεύσει.

Τίποτε να μη σου φαίνεται δύσκολο.

Κάποιος άλλος αδελφέ κυβερνάει το σύμπαν και όχι οι μεγάλοι του κόσμου τούτου …

Θάρρος, θάρρος, 

το βλέμμα ψηλά και θα δεις τον Κύριο, όταν θα κλάψεις, όταν θα ψάξεις με λαχτάρα, όταν θα ματώσεις, 

ίσως θα Τον δεις πως σου απλώνει το στέφανο με το Αγαπητικό και Παρηγορητικό χέρι Του.

Μην θλίβεσαι, μη λυπάσαι πιο πολύ από όσο πρέπει, 

γιατί έτσι δίνεις δικαιώματα στο πονηρό να σε χτυπάει με δύναμη…

Κάνε τη καρδιά σου μοναστήρι.

Χτύπα εκεί το σήμαντρο, κάλεσε εκεί για αγρυπνία, θυμίασε και ψιθύρισε ακατάπαυτα προσευχές.

Ο Θεός είναι δίπλα σου …


✝️Άγιος Λουκάς ο Ιατρός

Τρίτη 11 Ιουνίου 2024

Η πίστη έχει κόστος.

 


Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ «Ἄξιόν Ἐστιν» ἐν Ἁγίῳ Ὄρει (11 Ιουνίου)

 


Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ «Ἄξιόν Ἐστιν» φυλάσσεται στὸ ναὸ τοῦ Πρωτάτου τοῦ Ἅγίου Ὄρους, στὶς Καρυές. Ὁ ναὸς αὐτὸς ἐκτίσθηκε τὸ 843 μ.Χ., ἐμεγάλωσε ἀπὸ τὸν Ὅσιο Ἀθανάσιο τὸν Ἀθωνίτη καὶ ἁγιογραφήθηκε κατὰ τὸν 13ο αἰώνα μ.Χ. ἀπὸ τὸν περίφημο ἁγιογράφο Ἐμμανουὴλ Πανσέληνο.

Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, κάποιος μοναχός, ὁ ὁποῖος ἐζοῦσε κοντὰ στὶς Καρυὲς μὲ ἕναν νεαρὸ ὑποτακτικό, ἔφυγε ἕνα βράδυ ἀπὸ τὸ κελί, διότι ἔπρεπε νὰ πάει στὴν ἐκκλησία τοῦ Πρωτάτου, γιὰ νὰ συμμετάσχει σὲ μιὰ ἀγρυπνία. Ὅταν ἐνύχτωσε, ὁ δόκιμος, ποὺ ἔμεινε μόνος, ἄκουσε ἀργὰ τὸ βράδυ νὰ κτυποῦν τὴν πόρτα καὶ ἀνοίγοντάς την εἶδε ἕνα γέροντα μοναχό, ποὺ ἐζητοῦσε φιλοξενία. Τὰ μεσάνυχτα ὁ γέροντας καὶ ὁ δόκιμος ἄρχισαν νὰ ψάλλουν μαζὶ τὴν Ἀκολουθία. Μόλις ἔφθασε ἡ ὥρα νὰ ψάλλουν «Τὴν Τιμιωτέραν», ὁ γέροντας πρόλαβε τὸ δόκιμο στὸ ψάλσιμό του λέγοντας πρὶς τὸ «Ἄξιον ἐστιν μακαρίζειν Σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν». Ὁ νεαρὸς δόκιμος ἄκουσε τὸν ὕμνο αὐτὸ γιὰ πρώτη φορά. Γι’ αὐτὸ εἶπε στὸ γέροντα νὰ τοῦ γράψει αὐτὰ τὰ λόγια, γιὰ νὰ ὑμνεῖ τὴν Παναγία. Ὁ γέροντας ἐδέχθηκε καὶ ἔγραψε τὸν ὕμνο ἐπάνω σὲ μία πέτρα, ποὺ ἔγινε μαλακὴ σὰν κερί, καὶ εἶπε στὸ νεαρὸ δόκιμο: «Ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα ἔτσι ἐσεῖς καὶ ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι νᾶ ψάλετε αὐτὸν τὸν ὕμνο». Ὁ γέροντας μοναχός, ἀφοῦ εἶπε πὼς τὸν ἔλεγαν Γαβριήλ, ἐξαφανίσθηκε.

Μόλις ἐπέστρεψε ὁ γέροντας μοναχός, ὁ δόκιμος τοῦ ἔδειξε τὴν πέτρα καὶ ἔψαλε τὸν ὕμνο ποὺ εἶχε ἀκούσει. Ὁ γέροντας μὲ τὴ διάκρισή του διεπίστωσε ἀμέσως τὸ θαυματουργικὸ γεγονὸς καὶ ἔτρεξε νὰ μεταφέρει τὸ θαυμαστὸ ἀντικείμενο στοὺς γέροντες τοῦ γειτονικοῦ μοναστηριοῦ. Ετσι διαδόθηκε ὅτι ὁ μυστηριώδης ἐπισκέπτης ἦταν ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ὁ ὁποῖος εἶχε κατέβει ἀπὸ τὸν οὐρανό, γιὰ νὰ διδάξει ἕνα νέο ὕμνο πρὸς τιμὴν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

Ἡ χαραγμένη πέτρα ἀπὸ τὸν Ἀρχάγγελο Γαβριὴλ ἀπεστάλη στὸν Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νικόλαο Χρυσοβέργη (984 – 996 μ.Χ.), ὀ ὁποῖος ἐνέκρινε τὴν εἰσαγωγὴ τοῦ ἀγγελικοῦ αὐτοῦ ὕμνου στὸ λειτουργικὸ βίο τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀναφέρει ὅτι τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶναι πολὺ παλαιὸ καὶ τοῦτο μαρτυρεῖται ἀπὸ τὰ Μηναῖα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου στὶς 11 Ἰουνίου ἀναγράφεται: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ Σύναξις τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ ἐν τῷ Ἄδειν». Τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνέβη τὸ 982 μ.Χ.

Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Θεομήτορος εἶναι τύπου Ἐλεούσης ἢ Γλυκοφιλούσης καὶ κρατᾶ στὰ δεξιά της τὸν Ἰησοῦ Χριστό.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Πατέρων ἀθροίσθητε, πᾶσα τοῦ Ἄθω πληθύς, πιστῶς ἑορτάζοντες, σήμερον χαίροντες, καὶ φαιδρῶς ἀλαλάζοντες, πάντες ἐν εὐφροσύνῃ· τοῦ Θεοῦ γὰρ ἡ Μήτηρ, νῦν παρὰ τοῦ Ἀγγέλου, παραδόξως ὑμνεῖται· διὸ ὡς Θεοτόκον ἀεί, ταύτην δοξάζομεν.


Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῇ σεπτῇ σπυ Εἰκόνι Γαβριὴλ ὁ Ἀρχάγγελος, καταπτὰς ἐν σχήματι ξένῳ, τὴν ᾠδήν σοι ἀνέμελψεν, Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, τὴν μόνην μακαρίζειν σε Ἁγνή, ὡς Μητέρα τοῦ τῶν ὅλων Δημιουργοῦ, καὶ σώζουσαν τοὺς κράζοντας· δόξα τοῖς θαυμασίοις σου Ἁγνή, δόξα τοῖς μεγαλείοις σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου προνοίᾳ Ἄχραντε.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.

Ἑορτάζει σήμερον ἅπας ὁ Ἄθως, ὅτι ὕμνοις δέδεκται, ὑπὸ Ἀγγέλου θαυμαστῶς, σοῦ τῆς Ἁγνῆς Θεομήτορος, ἣν πᾶσα κτίσις γεραίρει δοξάζουσα.


Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς ἐπιστὰς ἀπ’ οὐρανοῦ ἐν ξένῳ σχήματι

Ὁ Γαβριὴλ τὸν Μοναστὴν ἐμυσταγώγησε

Μακαρίζει καὶ ὑμνεῖν σε ἀξίως Κόρη.

Ἀλλ’ ἡμεῖς τούτου τὴν μνείαν ἑορτάζοντες

Τὴν πολλήν σου πρὸς ἡμᾶς ὑμνοῦμεν πρόνοιαν

Καὶ βοῶμέν σοι, χαῖρε Ἄθω ἡ ἔφορος.


Μεγαλυνάριον.

Ἄξιον ὑμνεῖν σε διὰ παντός, τὴν Θεοῦ Μητέρα, καὶ προστάτιν τῶν γηγενῶν, παρὰ τοῦ Ἀγγέλου, Παρθένε διδαχθέντες, ὑμνοῦμεν καθ’ ἑκάστην, τὰ μεγαλεῖά σου.


http://www.synaxarion.gr/gr/sid/3749/sxsaintinfo.aspx

Το σώμα και το αίμα του Χριστού


 «Τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μεταλαβαίνει [ο πιστός] στὴ θεία Λειτουργία, τοῦ χαρίζουν αὐτὴ τὴν πληρότητα, τὸν κάνουν νὰ αἰσθάνεται “συμπολίτης τῶν ἁγίων καὶ οἰκεῖος του Θεοῦ”. Ἔτσι, ἀναχωρεῖ ἀπὸ τὸ ναὸ μὲ τὴ δύναμη ν᾿ ἀντιμετωπίσει σύμφωνα μὲ τὸ θεῖο θέλημα καὶ μὲ τὴν προοπτικὴ τῆς αἰώνιας ζωῆς τὴ φθαρτότητα τοῦ καθημερινοῦ του βίου» 


✝️Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος, “Ὁ Ἐκκλησιασμός”


Γίνε σαν την μέλισσα.

 


«Εμείς ξεχνάμε ποτέ τα σφάλματα του αδελφού μας; Πεθαίνει μαζί μας ο κακός λόγος;

Όχι, ποτέ. 

Εμείς τον διαδίδουμε και μ’ αυτόν τον τρόπο γινόμαστε σαν τις μύγες οι όποιες κυκλοφορούν παντού και παντού μεταδίδουν την μόλυνση. 

Πρέπει να είμαστε όχι σαν τις μύγες αλλά σαν τις μέλισσες οι οποίες πετάνε από το ένα λουλούδι στο άλλο μαζεύοντας το μέλι. Και εμείς πρέπει να μαζεύουμε το μέλι δίνοντας σημασία μόνο στο καλό πού υπάρχει στον αδελφό μας» 


✝️Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2024

Ο Χριστός είπε άλλα...


 

Να είσαι μαλακός.

 


Δεν ξέρεις τι σταυρό καθένας κουβαλάει.

Δεν ξέρεις πόσο έχει πονέσει. Πόσο έχει κλάψει. Πόση έχει νιώσει μοναξιά…

Να είσαι μαλακός με τους ανθρώπους. Να τους δίνεις ευκαιρίες. Πίσω από λάθη και πτώσεις, υπάρχουν αδύναμες ψυχές. Πίσω από σκληρές συμπεριφορές, υπάρχουν άνθρωποι πληγωμένοι. Άνθρωποι που δεν αγαπήθηκαν ποτέ. Άνθρωποι που δεν έμαθαν ούτε την αγκαλιά ούτε το χάδι.

Να είσαι μαλακός με τους ανθρώπους. Όλοι κρύβουν μέσα τους κάτι το καλό. Αυτό που χρειάζονται πολλές φορές είναι μια ευκαιρία για να το βγάλουν προς τα έξω.

Να είσαι μαλακός με τους ανθρώπους. Να δίνεις ευκαιρίες. Να προσεύχεσαι για αυτούς. Πολλές φορές τα θαύματα, γίνονται εκεί που δεν τα περιμένεις…


Χριστός Ανέστη.


Ψυχολόγος Ελευθεριάδης Ελευθέριος


Κυριακή 9 Ιουνίου 2024

Έλα στην θέση του άλλου.

 


Αν έρχεσαι στην θέση του άλλου, τότε θα καταλαβαίνης τί αναπαύει τον άλλον

– Πώς θα καταλαβαίνω, Γέροντα, τί αναπαύει τον άλλον, για να το κάνω;

– Αν έρχεσαι στην θέση του άλλου, τότε θα καταλαβαίνης τί αναπαύει τον άλλον. Αν όμως μένης κλεισμένη στο καβούκι σου, πώς θα καταλάβης τί αναπαύει τον άλλον;


Στην εποχή μας οι πιο πολλοί κοιτάζουν πώς να πάρουν την θέση του άλλου και όχι πώς να έρθουν στην θέση του άλλου, για να τον καταλάβουν. Παρατηρώ καμμιά φορά πώς μερικοί, ακόμη και όταν πάνε να κοινωνήσουν, δεν περιμένουν στην σειρά τους. Καθένας λέει: «εγώ έχω δουλειά και βιάζομαι» και δεν σκέφτεται: «άραγε είμαι άξιος να κοινωνήσω;» ή «μήπως ο άλλος είναι πιο βιαστικός από μένα;». Τίποτε! κοινωνούν και φεύγουν. Εδώ, ακόμη και να στερηθής την Θεία Κοινωνία για χάρη του άλλου, πρέπει να χαίρεσαι. Κι αν ο ιερεύς έχη μία μόνο μερίδα, μόνον έναν μαργαρίτη, και βρεθή κάποιος άρρωστος που είναι ετοιμοθάνατος και χρειάζεται να κοινωνήση, τότε πρέπει να χαρής που δεν θα κοινωνήσης εσύ, για να κοινωνήση ο άρρωστος. Αυτό θέλει ο Χριστός. Έτσι έρχεται ο Χριστός μέσα στην καρδιά και πλημμυρίζει κανείς από χαρά.


✝️Αγ. Παϊσίου Αγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη και Αρετές»



Αναγνώσματα Κυριακής

Κυριακῇ 9 Ἰουνίου 2024 (τοῦ Τυφλοῦ)



🔸 Εὐαγγέλιον

Ἐκ τοῦ κατά Ἰωάννην 

Κεφ. θ' : 1-38

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, παράγων ὁ ᾿Ιησοῦς, εἶδεν ἄνθρωπον τυφλὸν ἐκ γενετῆς. Καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Ῥαββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἢ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τυφλὸς γεννηθῇ; Ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς· οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὕτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ᾿ ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ· Ἐμὲ δεῖ ἐργάζεσθαι τὰ ἔργα τοῦ πέμψαντός με ἕως ἡμέρα ἐστίν· ἔρχεται νὺξ ὅτε οὐδεὶς δύναται ἐργάζεσθαι. Ὅταν ἐν τῷ κόσμῳ ὦ, φῶς εἰμι τοῦ κόσμου. Ταῦτα εἰπὼν ἔπτυσε χαμαὶ καὶ ἐποίησε πηλὸν ἐκ τοῦ πτύσματος καὶ ἐπέχρισε τὸν πηλὸν ἐπί τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ τυφλοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὕπαγε νίψαι εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωάμ, ὃ ἑρμηνεύεται ἀπεσταλμένος, Ἀπῆλθεν οὖν καὶ ἐνίψατο, καὶ ἦλθε βλέπων. Οἱ οὖν γείτονες καὶ οἱ θεωροῦντες αὐτὸν τὸ πρότερον ὅτι τυφλὸς ἦν, ἔλεγον· οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ καθήμενος καὶ προσαιτῶν; Ἄλλοι ἔλεγον ὅτι οὗτός ἐστιν· ἄλλοι δὲ ὅτι ὅμοιος αὐτῷ ἐστιν.Ἐκεῖνος ἔλεγε ὅτι ἐγώ εἰμι. Ἔλεγον οὖν αὐτῷ· Πῶς ἀνεῴχθησάν σου οἱ ὀφθαλμοί; Ἀπεκρίθη ἐκεῖνος καὶ εἶπεν· ἄνθρωπος λεγόμενος ᾿Ιησοῦς, πηλὸν ἐποίησε, καὶ ἐπέχρισέ μου τοῦς ὀφθαλμοὺς καὶ εἶπέ μοι· Ὕπαγε εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωὰμ καὶ νίψαι· Ἀπελθὼν δὲ νιψάμενος ἀνέβλεψα. Εἶπον οὗν αὐτῷ· ποῦ ἐστιν ἐκείνος; Λέγει· ούκ οἴδα. ῎Αγουσιν αὐτὸν πρὸς τοὺς Φαρισαίους, τόν ποτε τυφλόν. Ἦν δὲ σάββατον, ὅτε τὸν πηλὸν ἐποίησε ὁ ᾿Ιησοῦς, καὶ ἀνέῳξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμούς. Πάλιν οὖν ἠρώτων αὐτὸν καὶ οἱ Φαρισαῖοι, πῶς ἀνέβλεψεν. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Πηλὸν ἐπέθηκέ μου ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμούς, καὶ ἐνιψάμην, καὶ βλέπω. Ἔλεγον οὖν ἐκ τῶν Φαρισαίων τινές· Οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ, ὅτι τὸ Σάββατον οὐ τηρεῖ. Ἄλλοι ἔλεγον· Πῶς δύναται ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς τοιαῦτα σημεῖα ποιεῖν; Καὶ σχίσμα ἦν ἐν αὐτοῖς. Λέγουσι τῷ τυφλῷ πάλιν· Σὺ τί λέγεις περὶ αὐτοῦ, ὅτι ἤνοιξέ σου τοὺς ὀφθαλμούς; Ὁ δὲ εἶπεν Ὅτι προφήτης ἐστίν. Οὐκ ἐπίστευσαν οὖν οἱ ᾿Ιουδαῖοι περὶ αὐτοῦ ὅτι τυφλὸς ἦν καὶ ἀνέβλεψεν, ἕως ὅτου ἐφώνησαν τοὺς γονεῖς αὐτοῦ τοῦ ἀναβλέψαντος καὶ ἠρώτησαν αὐτοὺς λέγοντες· Οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ὑμῶν, ὃν ὑμεῖς λέγετε ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη; πῶς οὖν ἄρτι βλέπει; Ἀπεκρίθησαν δὲ αὐτοῖς οἱ γονεῖς αὐτοῦ καὶ εἶπον· Οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ἡμῶν, καί ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη· πῶς δὲ νῦν βλέπει οὐκ οἴδαμεν· ἢ τίς ἤνοιξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμοὺς, ἡμεῖς οὐκ οἴδαμεν· αὐτὸς ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε, αὐτὸς περὶ ἑαυτοῦ λαλήσει. Ταῦτα εἶπον οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ὅτι ἐφοβοῦντο τοὺς ᾿Ιουδαίους· ἤδη γὰρ συνετέθειντο οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἵνα, ἐάν τις αὐτὸν ὁμολογήσῃ Χριστόν, ἀποσυνάγωγος γένηται. Διὰ τοῦτο οἱ γονεῖς αὐτοῦ εἶπον· Ὅτι ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε. Ἐφώνησαν οὖν ἐκ δευτέρου τὸν ἄνθρωπον ὃς ἦν τυφλός, καὶ εἶπον αὐτῷ· δὸς δόξαν τῷ Θεῷ· ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἁμαρτωλός ἐστιν. Ἀπεκρίθη οὖν ἐκεῖνος, καὶ εἶπεν· Εἰ ἁμαρτωλός ἐστιν, οὐκ οἶδα· ἓν οἶδα, ὅτι, τυφλὸς ὢν, ἄρτι βλέπω, Εἶπον δὲ αὐτῷ πάλιν· Τί ἐποίησέ σοι; πῶς ἤνοιξέ σου τοὺς ὀφθαλμούς; Ἀπεκρίθη αὐτοῖς· Εἶπον ὑμῖν ἤδη, καὶ οὐκ ἠκούσατε· τί πάλιν θέλετε ἀκούειν; μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε αὐτοῦ μαθηταὶ γενέσθαι; Ἐλοιδόρησαν αὐτὸν καὶ εἶπον· Σὺ εἶ μαθητὴς ἐκείνου· ἡμεῖς δὲ τοῦ Μωϋσέως ἐσμὲν μαθηταί. Ἡμεῖς οἴδαμεν, ὅτι Μωϋσεῖ λελάληκεν ὁ Θεός· τοῦτον δὲ οὐκ οἴδαμεν πόθεν ἐστίν. Ἀπεκρίθη ὁ ἄνθρωπος καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐν γὰρ τούτῳ θαυμαστόν ἐστιν, ὅτι ὑμεῖς οὐκ οἴδατε πόθεν ἐστί, καὶ ἀνέῳξέ μου τοὺς ὀφθαλμούς. Οἴδαμεν δὲ ὅτι ἁμαρτωλῶν ὁ Θεὸς οὐκ ἀκούει, ἀλλ᾿ ἐάν τις θεοσεβὴς ᾖ καὶ τὸ θέλημα αὐτοῦ ποιῇ, τούτου ἀκούει. Ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη ὅτι ἤνοιξέ τις ὀφθαλμοὺς τυφλοῦ γεγεννημένου. Εἰ μὴ ἦν οὗτος παρὰ Θεοῦ, οὐκ ἠδύνατο ποιεῖν οὐδέν. Ἀπεκρίθησαν, καὶ εἶπον αὐτῷ· Ἐν ἁμαρτίαις σὺ ἐγεννήθης ὅλος, καὶ σὺ διδάσκεις ἡμᾶς; Καὶ ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω. ῎Ηκουσεν ὁ ᾿Ιησοῦς ὅτι ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω, καὶ εὑρὼν αὐτὸν εἶπεν αὐτῷ· Σὺ πιστεύεις εἰς τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ; Ἀπεκρίθη ἐκεῖνος καί εἶπε· Τίς ἐστι, Κύριε, ἵνα πιστεύσω εἰς αὐτόν; Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· καὶ ἑώρακας αὐτὸν, καὶ ὁ λαλῶν μετὰ σοῦ, ἐκεῖνός ἐστιν. Ὁ δὲ ἔφη· Πιστεύω, Κύριε· καὶ προσεκύνησεν αὐτῷ.


🔸Ὁ Ἀπόστολος


Προκείμενον. Ἦχος πλ. α΄ [Ψαλμός ια΄ 11]


Στίχος: Σύ, Κύριε, φυλάξαις ἡμᾶς, καὶ διατηρήσαις ἡμᾶς.

Στίχος: Σῶσον με, Κύριε, ὅτι ἐκλέλοιπεν ὅσιος.


Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα

Κεφ. ιστ' : 16-34


᾿Εν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἐγένετο πορευομένων ἡμῶν τῶν ἀποστόλων εἰς προσευχὴν παιδίσκην τινὰ ἔχουσαν πνεῦμα πύθωνος ἀπαντῆσαι ἡμῖν, ἥτις ἐργασίαν πολλὴν παρεῖχε τοῖς κυρίοις αὐτῆς μαντευομένη. Αὕτη κατακολουθήσασα τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ ἔκραζε λέγουσα· οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου εἰσίν, οἵτινες καταγγέλλουσιν ἡμῖν ὁδὸν σωτηρίας. Τοῦτο δὲ ἐποίει ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας. Διαπονηθεὶς δὲ ὁ Παῦλος καὶ ἐπιστρέψας τῷ πνεύματι εἶπε· Παραγγέλλω σοι ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἐξελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῆς. Καὶ ἐξῆλθεν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ. ᾿Ιδόντες δὲ οἱ κύριοι αὐτῆς ὅτι ἐξῆλθεν ἡ ἐλπὶς τῆς ἐργασίας αὐτῶν, ἐπιλαβόμενοι τὸν Παῦλον καὶ τὸν Σίλαν εἵλκυσαν εἰς τὴν ἀγορὰν ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας, καὶ προσαγαγόντες αὐτοὺς τοῖς στρατηγοῖς εἶπον· Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι ἐκταράσσουσιν ἡμῶν τὴν πόλιν ᾿Ιουδαῖοι ὑπάρχοντες, καὶ καταγγέλλουσιν ἔθη ἃ οὐκ ἔξεστιν ἡμῖν παραδέχεσθαι οὐδὲ ποιεῖν ῾Ρωμαίοις οὖσι. Καὶ συνεπέστη ὁ ὄχλος κατ᾿ αὐτῶν. καὶ οἱ στρατηγοὶ περιρρήξαντες αὐτῶν τὰ ἱμάτια ἐκέλευον ῥαβδίζειν, πολλάς τε ἐπιθέντες αὐτοῖς πληγὰς ἔβαλον εἰς φυλακήν, παραγγείλαντες τῷ δεσμοφύλακι ἀσφαλῶς τηρεῖν αυτούς· ὃς παραγγελίαν τοιαύτην εἰληφὼς ἔβαλεν αὐτοὺς εἰς τὴν ἐσωτέραν φυλακὴν καὶ τοὺς πόδας αὐτῶν ἠσφαλίσατο εἰς τὸ ξύλον. Κατὰ δὲ τὸ μεσονύκτιον Παῦλος καὶ Σίλας προσευχόμενοι ὕμνουν τὸν Θεόν· ἐπηκροῶντο δὲ αὐτῶν οἱ δέσμιοι. Ἄφνω δὲ σεισμὸς ἐγένετο μέγας, ὥστε σαλευθῆναι τὰ θεμέλια τοῦ δεσμωτηρίου, ἀνεῴχθησάν τε παραχρῆμα αἱ θύραι πᾶσαι καὶ πάντων τὰ δεσμὰ ἀνέθη. Ἔξυπνος δὲ γενόμενος ὁ δεσμοφύλαξ καὶ ἰδὼν ἀνεῳγμένας τὰς θύρας τῆς φυλακῆς, σπασάμενος μάχαιραν ἔμελλεν ἑαυτὸν ἀναιρεῖν, νομίζων ἐκπεφευγέναι τοὺς δεσμίους. Ἐφώνησε δὲ φωνῇ μεγάλῃ ὁ Παῦλος λέγων· Μηδὲν πράξῃς σεαυτῷ κακόν· ἅπαντες γάρ ἐσμεν ἐνθάδε. Αἰτήσας δὲ φῶτα εἰσεπήδησε, καὶ ἔντρομος γενόμενος προσέπεσε τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ, καὶ προαγαγὼν αὐτοὺς ἔξω ἔφη· Κύριοι, τί με δεῖ ποιεῖν ἵνα σωθῶ; Οἱ δὲ εἶπον· Πίστευσον ἐπὶ τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ σωθήση σὺ καὶ ὁ οἶκός σου. Καὶ ἐλάλησαν αὐτῷ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου καὶ πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ. Καὶ παραλαβὼν αὐτοὺς ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ τῆς νυκτὸς ἔλουσεν ἀπὸ τῶν πληγῶν, καὶ ἐβαπτίσθη αὐτὸς καὶ οἱ αὐτοῦ πάντες παραχρῆμα, ἀναγαγών τε αὐτοὺς εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ παρέθηκε τράπεζαν, καὶ ἠγαλλιᾶτο πανοικὶ πεπιστευκὼς τῷ Θεῷ.