Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2023

Αναγνώσματα Κυριακής

 


Κυριακή, 19 Φεβρουαρίου 2023

† ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ. «Μνεία τῆς δευτέρας καὶ ἐνδόξου παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ». Ἀρχίππου, Φιλήμονος καὶ Ἀπφίας (α ́ αἰών). Φιλοθέης ὁσιομάρτυρος τῆς Ἀθηναίας (†1589).


🔸Ἀπόστολος


ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Η´ 8 - 13


8 βρῶμα δὲ ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύομεν, οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν ὑστερούμεθα. 9 βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία ὑμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν. 10 ἐὰν γάρ τις ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις αὐτοῦ ἀσθενοῦς ὄντος οἰκοδομηθήσεται εἰς τὸ τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν; 11 καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι’ ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν. 12 οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰς Χριστὸν ἁμαρτάνετε. 13 διόπερ εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω.

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Θ´ 1 - 21 

Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; οὐχὶ Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; οὐ τὸ ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ; 2 εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ.


🔸Ευαγγέλιο

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΕ´ 31 - 46

31 Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ’ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ· 32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ’ ἀλλήλων, ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, 33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου· 35 ἐπείνασα γὰρ καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με, 36 γυμνὸς καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθετε πρός με. 37 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; 38 πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; 39 πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ ἤλθομεν πρός σε; 40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. 41 Τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ· 42 ἐπείνασα γὰρ καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, 43 ξένος ἤμην καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. 44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; 45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ’ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. 46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.


🔹Ερμηνεία Ευαγγελίου

31 Ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν δόξαν του καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι ἄγγελοι θὰ εἶναι μαζί του, τότε θὰ καθήσῃ εἰς θρόνον ἕνδοξον καὶ λαμπρόν. 32 Καὶ θὰ συναχθοῦν ἐμπρός του ὅλα τὰ ἔθνη, ὅλοι δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ἔζησαν ἀπ’ ἀρχῆς τῆς δημιουργίας μέχρι τέλους τοῦ κόσμου, καὶ θὰ χωρίσῃ αὐτοὺς τὸν ἕνα ἀπὸ τὸν ἄλλον, καθὼς καὶ ὁ ποιμὴν χωρίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ γίδια. 33 Καὶ θὰ στήσῃ τοὺς μὲν δικαίους, ποὺ εἶναι ἥμεροι σὰν τὰ πρόβατα, εἰς τὰ δεξιά του, τοὺς δὲ ἁμαρτωλούς, ποὺ εἶναι ἀτίθασοι καὶ ἄτακτοι σὰν τὰ γίδια, εἰς τὰ ἀριστερά του. 34 Τότε θὰ εἶπῃ ὁ βασιλεὺς εἰς ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι εἰς τὰ δεξιά του· Ἐλᾶτε σεῖς, ποὺ εἶσθε εὐλογημένοι ἀπὸ τὸν Πατέρα μου, λάβετε ὡς κληρονομίαν τὴν βασιλείαν, ποὺ ἔχει ἐτοιμασθῇ διὰ σᾶς, ἀφ’ ὅτου ἐθεμελιώνετο ὁ κόσμος. 35 Σᾶς ἀνήκει δὲ ἡ κληρονομία αὐτή, διότι ἐπείνασα καὶ μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἤμουν διψασμένος καὶ μὲ ἐποτίσατε, ξένος ἤμουν καὶ δὲν εἶχα ποὺ νὰ μείνω καὶ μὲ ἐπεριμαζεύσατε εἰς τὸ σπίτι σας, 36 γυμνὸς ἤμουν καὶ μὲ ἐνεδύσατε, ἀρρώστησα καὶ μὲ ἐπεσκέφθητε, μέσα εἰς φυλακὴν ἤμουν καὶ ἤλθατε νὰ μὲ ἰδῆτε καὶ νὰ μὲ παρηγορήσετε. 37 Τότε θὰ ἀποκριθοῦν εἰς αὐτὸν οἱ δίκαιοι καὶ θὰ εἶπουν· Κύριε, πότε σὲ εἴδαμεν πεινασμένον καὶ σὲ ἐθρέψαμεν, ἢ διψασμένον καὶ σοῦ ἐδώκαμεν νὰ πίῃς; 38 Πότε δὲ σὲ εἴδαμεν ξένον καὶ σὲ ἐπεριμαζεύσαμεν, ἢ γυμνὸν καὶ σὲ ἐνεδύσαμεν; 39 Πότε δὲ σὲ εἴδαμεν ἄρρωστον ἢ φυλακισμένον καὶ ἤλθαμεν νὰ σὲ ἐπισκεφθῶμεν; 40 Καὶ θὰ ἀποκριθῇ ὁ βασιλεὺς καὶ θὰ τοὺς εἶπῃ· Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, ὅτι κάθε τι ποὺ ἐκάματε εἰς ἕνα ἀπὸ τοὺς πτωχοὺς αὐτοὺς ἀδελφούς μου, ποὺ ἐφαίνοντο ἄσημοι καὶ πολὺ μικροί, τὸ ἐκάματε εἰς ἐμέ. 41 Τότε θὰ εἴπῃ καὶ εἰς ἐκείνους, ποὺ θὰ εἶναι εἰς τὰ ἀριστερά του· Σεῖς ποὺ ἀπὸ τὰ ἔργα σας ἐγίνατε καταραμένοι, πηγαίνετε μακρὰν ἀπὸ ἐμὲ εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον, ποὺ ἔχει ἐτοιμασθῆ διὰ τὸν διάβολον καὶ τοὺς ἀγγέλους του. 42 Διότι ἐπείνασα καὶ δὲν μοῦ ἐδώκατε νὰ φάγω, ἐδίψασα καὶ δὲν μὲ ἐποτίσατε, 43 ξένος ἤμουν καὶ δὲν μὲ ἐπεριμαζεύσατε πρὸς φιλοξενίαν, γυμνὸς καὶ δὲν μὲ ἐνεδύσατε, ἄρρωστος ἤμουν καὶ μέσα εἰς τὴν φυλακὴν καὶ δὲν μὲ ἐπεσκέφθητε. 44 Τότε θὰ τοῦ ἀποκριθοῦν καὶ αὐτοὶ καὶ θὰ εἶπουν· Κύριε, πότε σὲ εἴδαμεν νὰ πεινᾷς ἢ νὰ διψᾷς ἢ νὰ εἶσαι ξένος ἢ γυμνὸς ἢ ἀσθενῇς ἢ μέσα εὶς φυλακὴν καὶ δὲν σὲ ὑπηρετήσαμεν; 45 Τότε θὰ τοὺς ἀποκριθῇ καὶ θὰ εἶπη· Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, κάθε τι ποὺ δὲν ἐκάματε εἰς ἕνα ἀπὸ αὐτούς, τοὺς ὁποίους ὁ κόσμος ἐθεώρει πολὺ μικρούς, οὔτε εἰς ἐμὲ τὸ ἐκάματε. 46 Καὶ θὰ ἀπέλθουν αὐτοὶ εἰς κόλασιν, ποὺ δὲν θὰ ἔχῃ τέλος, ἀλλὰ θὰ εἶναι αἰώνια, οἱ δὲ δίκαιοι θὰ μεταβοῦν διὰ νὰ ἀπολαύσουν ζωὴν αἰώνιον.

Ψυχοσάββατο

 18 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ: ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ



«Ὅταν ἀνάβεις τό κεράκι, ποῦ τό στέλνεις; Δέν τό στέλνεις κάπου; Μέ τό κεράκι ζητοῦμε κάτι ἀπό τόν Θεό. Ὅταν τό ἀνάβης καί λές: “γι' αὐτούς πού πάσχουν σωματικά καί ψυχικά καί γι' αὐτούς πού ἔχουν τήν πιό μεγάλη ἀνάγκη”, μέσα σ' αὐτούς εἶναι καί ζῶντες καί οἱ κεκοιμημένοι. Ξέρεις πόση ἀνάπαυση νιώθουν οἱ κεκοιμημένοι, ὅταν ἀνάβουμε ἕνα κεράκι γι' αὐτούς; Ἔτσι ἔχει κανείς πνευματική ἐπικοινωνία μέ τούς ζῶντας καί μέ τούς κεκοιμημένους. Τό κεράκι μέ λίγα λόγια εἶναι μιά κεραία πού μᾶς φέρνει σέ ἐπαφή μέ τόν Θεό, μέ τούς ἀρρώστους, μέ τούς κεκοιμημένους.»


Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2023

Πεινασμένες ψυχές κεκοιμημένων.


Εγώ από παιδί πηγαίνω στο νεκροταφείο, κάθε μέρα και σκέφτομαι τον θάνατο, πέθαναν όλοι οι συγγενείς μου.

Λοιπόν μία θεία μου την μνημονεύω, είδα και τη θεία να μου λέει.

Αχ ανιψιέ μου Ιάκωβε σε ευχαριστώ για αυτό που μου στέλνεις.

Πολλά μου στέλνεις αλλά, ξέρεις έχει κι άλλους ανθρώπους, που δυστυχούν και πεινούν , και δεν έχουν κανέναν στον κόσμο να τους σκεφτεί να τους νοιαστεί.

Για αυτό έχουμε τα ψυχοσάββατα, είναι για όλους τους χριστιανούς.

Και της λέω εγώ: πού να ξέρω εγώ ποιος έχει ανάγκη;

Ξέρεις εσύ, μου λέει, τι πείνα έχουν, να του στέλνεις όπως στέλνεις εμένα, να στείλεις και σε άλλους που έχουν ανάγκη και ότι στερούνται, διότι έχουν ανάγκη της προσευχής και ανάγκη έχουν της θείας λειτουργίας.

Ολα καλά (είναι) και οι ελεημοσύνες, και οι παρακλήσεις, αλλά ιδιαιτέρως βοηθά η θεία λειτουργία.


Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης (1920-1991).

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2023

Νύχτα τσικνοπέμπτης!


 

(Μια αληθινή διδακτική ιστορία)

«Πως αγριεύουν έτσι οι άνθρωποι; 

Πως μεμιάς αφήνονται έρμαια στις ροπές και στις τάσεις της φθαρτής ανθρώπινης τους φύσης; 

Πως κατάντησε απόψε αυτή η ήσυχη επαρχιακή πόλη;

Θαρρείς και δεν την κατοικούν άνθρωποι αλλά ανθρωπόμορφα τέρατα που άλλος με κεφάλι γαιδάρου, άλλος λιονταριού, άλλος πιθήκου τρέχουν να προλάβουν να γλεντήσουν, να μεθύσουν, να άμαρτήσουν όσο γί­νεται περισσότερο. Γιατί απόψε είναι Τσικνοπέμπτη και γέμισε η πόλη μασκαράδες. Απόψε κάθε λογικός άνθρωπος δεν ξεμυτίζει από το σπίτι του».

Αυτά σκεφτότανε ο παπα-Θανάσης, καθώς έμπαινε στο σπίτι του γυρνώντας από το ναό.-

 ’Α, παπαδιά μου, το κακό παράγινε! 

Ο Θεός να μας συγχωρέσει, είπε στη γυναίκα του, μόλις μπήκε μέσα.Εκείνη τον κοίταξε με κατανόηση.

- Ο Θεός να μας φυλάει, είπε καα άρχισε να ετοιμάζει το βραδινό φαγητό.

Στο σπίτι του παπα-Θανάση, περασμένα πια τα μεσάνυχτα, επικρατεί ησυχία. Τα παιδιά και η παπαδιά είχαν ήδη κοιμηθεί κι ο παπα-Θανάσης ετοιμαζόταν κι εκείνος να πάει για ύπνο, όταν ακούστηκε το κουδούνι της πόρτας.

Τινάχτηκε μέσα στον ύπνο της η παπαδιά και βρέθηκε δίπλα στον παπα-Θανάση.

– Μην ανοίγεις τέτοια νύχτα, πάτερ μου! τον παρακάλεσε φοβισμένη.

– Γιατί φοβάσαι;

Την καθησύχασε εκείνος.

Είναι η πρώτη φορά που μας κτυπούν τέτοια ώρα την πόρτα;

 Αφού ξέρεις, το σπίτι του Ιερέα διανυκτερεύει κάθε βράδυ.

– Ναι, μα απόψε…

Της χαμογέλασε ο παπα-Θανάσης κι άνοιξε την πόρτα.

– Πάτερ μου, με συγχωρείτε που ήρθα τέ­τοια ώρα, όμως η μάνα μου πεθαίνει και ζητά να εξομολογηθεί και να κοινωνήσει.

Ο άνθρωπος που στεκόταν μπροστά του, παρό­λο που ήταν άντρας, έτρεμε ολόκληρος κι άφηνε τα δάκρυά του δίχως ντροπή να τρέχουν!!!

– Πήγαινε εσύ κοντά της, παιδί μου, κι εγώ πάω ως την Εκκλησία να πάρω τη Θεία Κοινωνία κι έρχομαι αμέσως.

Έφυγε ο άντρας αφήνοντας στον παπα-Θανάση τη διεύθυνσή του.

– Που θα πας, πάτερ μου μόνος σου τέτοια ώρα, μια τέτοια νύχτα; 

Δε φοβάσαι;

Γιατί δεν τον κρατούσες να πάτε συντροφιά;

Η παπαδιά μιλούσε κι εκείνος την κοίταζε αυστηρά.

– Μόνος είπες, παπαδιά, μόνος;

Κι ο Κύριος που θα κουβαλάω στα χέρια μου;

’Ά, παπαδιά μου, κάτι σ’ έχει πιάσει απόψε και δε μιλάς γνωστικά.

Ντύθηκε ο παπα-Θανάσης και βγήκε στο δρό­μο.

Ξέχασε πως ήταν νύχτα τσικνοπέμπτης.

Δεν τον απασχολούσαν καθόλου οι μασκαράδες που έβλεπε γύρω του. Ένα μόνο τον απασχολούσε, να προλάβει να δώσει το «φάρμακο της αθανασίας» στην ετοιμοθάνατη.

Πήρε με δέος στα χέρια του το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και ξαναβγήκε στο δρόμο. Δεν κοιτούσε ούτε δεξιά ούτε αριστερά.

Μόνο έτρεχε να προλάβει.

Σε μια στροφή του δρόμου άκουσε γέλια και φωνές. Κάποιος φώναξε κοροϊδευτικά:

«Την ευχή σου Δέσποτα!», μα δεν γύρισε να κοιτάξει.

Και τότε, δεν κατάλαβε πως, βρέθηκε κυκλωμένος από μια παρέα μασκαράδων, που προσπαθούσαν να τον σταματήσουν.

– Συνάδελφε, που πάμε;

Ένας νεαρός μασκαρεμένος σε παπά, με χνώτο που μύριζε ποτό, στεκόταν μπροστά του κρατώντας στο χέρι ένα σταυρό.

Τα ’χασε ό παπα-Θανάσης και πριν προλάβει να πει τίποτα, δέχτηκε την επίθεση όλης της παρέας. Άλλος τον τραβούσε από τα ράσα κι άλλος του έβγαζε το καλυμμαύχι.

Ο παπα-Θανάσης έσφιξε στο στήθος του τ’ άχραντα Μυστήρια και προσπάθησε να τους μι­λήσει, μα κανένας δεν άκουγε.

Κάποιος τότε του τράβηξε τη γενειάδα και σαν να τον κτύπησε ηλεκτρικό ρεϋμα άρχισε να φωνάζει;

– Είναι αληθινός, ρε, είναι αληθινός!

Ή παρέα κοκκάλωσε στη θέση της κι ό παπα-Θανάσης, με το πρόσωπο μουσκεμένο από τον ιδρώτα της αγωνίας και τα δάκρυά του, τους κοίτα­ξε χωρίς να μιλά.

– Συγγνώμη, πάτερ, είπε εκείνος που του τρά­βηξε τη γενειάδα.

Νομίζαμε πως ήσασταν ψεύτικος σαν κι αυτόν και.....…

– Σας είδαμε και τέτοια ώρα έξω και ήμασταν σίγουροι πως ήσασταν μασκαρεμένος.

Συγχωρέστε μας! είπε ένας άλλος.

– Πάω να κοινωνήσω μια ετοιμοθάνατη, παιδιά μου. Ο θάνατος δεν έχει ώρες κατάλ­ληλες και ακατάλληλες κι εγώ τρέχω να τον προλάβω. Κι εσύ, παιδί μου, βγάλε τα ράσα τα τιμημένα.

Μην αμαρτάνεις άλλο ρεζιλεύοντάς τα.

Είναι πολύ ιερό το ράσο, για να μασκαρεύεσαι μ’ αυτό.

Τραβάτε στα σπίτια σας παιδιά μου, κι ο Θεός να σας συγχωρέσει.

Άνοιξε το βήμα του ο παπά-Θανάσης, για να κερδίσει το χαμένο χρόνο. Ήταν πικραμένος ως τα κατάβαθά του.

Τόσο πολύ λοιπόν, χάλασαν οι άνθρωποι, ώστε μασκαρεύονται και Ιερείς;

– Πάτερ, Πάτερ!!!

Η φωνή που έφτασε στα αυτιά του ήταν γεμά­τη αγωνία.

Σταμάτησε και περίμενε.

Ένας νεαρός κατακόκκινος από την τρεχάλα και την ντροπή έφτασε κοντά του λαχανιασμένος.

– Πάτερ! Είμαι κείνος που ντύθηκε παπάς.

Το έκανα εντελώς απερίσκεπτα, πάτερ και θέλω να ’ρθω μαζί σας στο σπίτι της έτοιμοθάνατης. Δεν θέλω να σας πάρουν κι άλλοι για ψεύτικο…

Ο παπα-Θανάσης του έκανε νόημα να τον ακολουθήσει.

Στα χέρια του ο νεαρός κρατούσε το σταυρό που είχε μαζί του. Μπήκαν στο σπίτι της ετοιμοθάνατης σιωπηλοί.

– Χαίρομαι, πάτερ, που βρήκατε και παπαδάκι και δεν ήρθατε μόνος, είπε ο άντρας που τον είχε καλέσει.

Ο νεαρός ξανακοκκίνησε και κοίταξε με αγωνία τον παπα-Θανάση.

– Ναι, ο Θεός μου τον έστειλε, είπε εκείνος και τα λόγια του καρφώθηκαν στην καρδιά του νεαρού.

– Πάτερ, δεν θα σας εγκαταλείψω ποτέ, έλεγε ο νεαρός λίγη ώρα αργότερα, όταν ο παπα-Θανάσης κλείδωνε το Ναό, αφήνοντας ξανά μέσα το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, θα γίνω ο βοη­θός σας, το παπαδάκι σας!!!

Ίσως έτσι με συγχω­ρήσει ο Θεός για την ιεροσυλία που έκανα.

-Μακάρι, παιδί μου, να το φορέσεις το ράσο κι αληθινά, είπε ο παπα-Θανάσης και τον ευλόγησε με τα δυό του χέρια, εκείνα που πριν από λίγο κρατούσαν τον Ίδιο τον Κύριο.

Και παράξενο, ο παπα-Θανάσης είχε τη σιγουριά πως αυτό θα γινό­ταν κάποια μέρα!

Και ακόμα πιο παράξενο την ίδια σιγουριά ένιωθε μέσα του κι ο νεαρός!!!


Πηγή :https://megalipanagiathivon.gr/2020/02/21/%CE%BD%CF%85%CF%87%CF%84%CE%B1-%CF%84%CF%83%CE%B9%CE%BA%CE%BD%CE%BF%CF%80%CE%B5%CE%BC%CF%80%CF%84%CE%B7%CF%83-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%B1%CE%BB%CE%B7%CE%B8%CE%B9%CE%BD%CE%B7-%CE%B4%CE%B9%CE%B4/

Ψυχοσάββατο

 


🇬🇷 ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΝΙΚΑΙΑΣ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΣΚΑΡΑΜΑΓΚΑ
ΤΗΛ 211 40 41 548

Ιερά Ακολουθία

▪️Σάββατο 18 Φεβρουαρίου

Σάββατο των Ψυχών (Ψυχοσάββατο).
Μνείαν πάντων των απ αιώνος κεκοιμημένων ορθοδόξων χριστιανών.

Πρωινή Θεία Λειτουργία θα τελεστεί στην Ιερά μας Μονή στις 7:00 π.μ.
Μετά το πέρας της Λειτουργίας θα διαβαστούν τα κόλλυβα των κεκοιμημένων αδελφών μας. Όποιος επιθυμεί μπορεί να φέρει ονόματα και κόλλυβα για τους κεκοιμημένους αδερφούς μας

Είθε ο Θεός να αναπαύσει τους κεκοιμημένους αδερφούς μας "εν χώρα ζώντων και εν σκηναίς δικαίων".

Οι ταπεινοί γεμίζουν τόν παράδεισο

 


Στην κόλαση θα δείς πολλούς και διάφορους...

προσευχόμενους, ελεήμονες, μοναχούς,

ιερείς, εγκρατείς, παρθένους.

Στήν κόλαση δεν θα δείς ταπεινούς.

Οι ταπεινοί γεμίζουν τόν παράδεισο....''


παπά-Τύχων αγιορείτης

Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2023

🌺Λόγοι Οσίου Ανθίμου του εν Χίω.



🔸«Αν δεν φροντίσωμε να βγάλωμε τον σατανά από την καρδιά μας, θα μας βγάλη αυτός από τον Παράδεισον». 

🔸«Όταν ο άνθρωπος καθίσει και συμμαζέψει τους λογισμούς του και σκεφτεί ότι είναι ένα μηδέν και εξευτελίσει με ταπείνωση τον εαυτό του, τότε αρχίζουν να ρέουν τα κατά Θεόν δάκρυα, τα οποία γλυκαίνουν την καρδιά και ανάβουν το θεϊκό πυρ».

🔸«Όσα πολλά και μεγάλα αμαρτήματα να κάνει κανείς, ακόμα και ασεβής να γίνει, δεν μένει ευχαριστημένος ο διάβολος, διότι γνωρίζει ότι ο Θεός είναι Θεός ελέους και ευσπλαχνίας και όταν μετανοήσει ο άνθρωπος, τον δέχεται πάλι. 
Αλλά όταν δει, ότι έχασε ο άνθρωπος τις ελπίδες του και την πίστη του που είχε στον Θεό, τότε δεν φοβάται καθόλου, αλλά μένει καθίμενος στον θρόνο του πολύ ευχαριστημένος, διότι γνωρίζει ότι κέρδισε αυτόν τον άνθρωπο. 
Γι' αυτό κανείς δεν πρέπει ποτέ να απελπίζεται». 

🔸Η στοργή του πνευματικού πατρός είναι πολύ ανωτέρα από την του σαρκικού. Διότι πολλάκις ο σαρκικός πατήρ μπορεί να σε παραδώση στην Κόλασι, ενώ ο πνευματικός πατήρ έχει να σε πάη εις ζωήν αιώνιον.

Όσιος Άνθιμος της Χίου 

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2023

Μην απελπίζεσαι

 


«Όσα πολλά και μεγάλα αμαρτήματα να κάνει κανείς, ακόμα και ασεβής να γίνει, δεν μένει ευχαριστημένος ο διάβολος, διότι γνωρίζει ότι ο Θεός είναι Θεός ελέους και ευσπλαχνίας και όταν μετανοήσει ο άνθρωπος, τον δέχεται πάλι. 

Αλλά όταν δει, ότι έχασε ο άνθρωπος τις ελπίδες του και την πίστη του που είχε στον Θεό, τότε δεν φοβάται καθόλου, αλλά μένει καθίμενος στον θρόνο του πολύ ευχαριστημένος, διότι γνωρίζει ότι κέρδισε αυτόν τον άνθρωπο. 

Γι' αυτό κανείς δεν πρέπει ποτέ να απελπίζεται». 


Όσιος Άνθιμος της Χίου

Ο ποιό στοργικός φίλος


«Ο Θεός είναι: πιο στοργικός από κάθε φίλο, πιο δίκαιος από κάθε κυβερνήτη, πιο τρυφερός από κάθε πατέρα, πιο πολύ μέλος μας από όσο τα ίδια μας τα μέλη, πιο αναγκαίος σε εμάς από την ίδια την καρδιά μας».

Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας


Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2023

Σήμερα πλούσιος, αύριο;

 


«Όσο είσαι σπουδαίος, τόσο να είσαι ταπεινόφρων. Όταν ανέβεις ψηλά, έχεις ανάγκη να ασφαλιστείς, για να μην πέσεις … 

Γιατί υψηλοφρονείς, αφού είσαι άνθρωπος συγγενής με τη γη, ομοούσιος με τη στάχτη και στη φύση και στην εκλογή των πραγμάτων; Σήμερα είσαι πλούσιος, αύριο φτωχός, σήμερα υγιής, αύριο άρρωστος, σήμερα χαρούμενος, αύριο λυπημένος, σήμερα με δόξα, αύριο περιφρονεμένος, σήμερα σε κατάσταση νεότητας, αύριο σε γηρατειά. Γιατί λοιπόν έχεις αλαζονεία, άνθρωπε, που είσαι καπνός; Διότι ο άνθρωπος έγινε ίδιος με τη ματαιότητα. Οι μέρες του είναι σαν το χορτάρι. Ξεράθηκε το χορτάρι και το άνθος του έμεινε μαραμένο».


Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος