Παρασκευή 17 Ιουλίου 2020

Ιστορίες ζωής....

Μιά φοιτήτρια μοῦ εἶχε πεῖ μιά μέρα: Δέν θέλω τό Χριστό καί τό Εὐαγγέλιό Του, γιατί μοῦ στεροῦν μερικά πράγματα.. Νόμιμα πράγματα σοῦ στερεῖ, παιδί μου, ἤ παράνομα; τήν ρώτησα. Καί μέ ἀπάντησε κοφτά: Δέν ξέρω! Ἐσεῖς οἱ Χριστιανοί εἶστε δυστυχισμένοι, εἶπε συμπληρώνοντας. Καλά τῆς λέω, μορφωμένη εἶσαι καί δέν μέ δίνεις μία ἀπάντηση. Σέ ξαναρωτῶ: Νόμιμα πράγματα σοῦ στερεῖ ἤ παράνομα; Δέν σοῦ ἐπιτρέπει ὁ Χριστός νά πάρεις ἕναν ἄνδρα καί νά σέ εὐλογήσει; Δέν σοῦ φτάνει ὁ ἕνας ἄνδρας καί εἶναι ἀνάγκη νά ἔχεις 40 ἄνδρες; Εἶδες ποτές σου κανέναν πραγματικό Χριστιανό νά αὐτοκτονήσει ἤ νά ἔχει τρελαθεῖ; Δέν ἔχεις ζήσει τήν Χριστιανική ζωή καί ἑπομένως δέν μπορεῖς νά ἔχεις γνώμη. Νά ξέρεις ὅτι δέν ὑπάρχει πιό εὐτυχισμένος, πιό ἤρεμος καί πιό νορμάλ ἄνθρωπος ἀπό τόν Χριστιανό! Ἐκείνη ὅμως ἔλεγε τά δικά της. Δέν ἤθελε νά καταλάβει....

~ Ιεροκήρυκας Δημήτριος Παναγόπουλος †

Πέμπτη 16 Ιουλίου 2020

Λόγια Αγίων

Η συνήθεια του να αμαρτάνεις φέρνει θάνατο.

Απέναντι στην αμαρτία οφείλουμε να είμαστε ανένδοτοι, γιατί και μία φορά να υποκλέψει τη συγκατάθεσή μας, καθίσταται αληθινός κύριός μας. Πρόσφορο παράδειγμα που υποδεικνύει τον ύπουλο και τυραννικό χαρακτήρα της αμαρτίας είναι ο τρόπος της Σεμιράμιδος , με τον οποίο υφάρπαξε τη βασιλεία και έγινε αυτοκράτειρα.

Η Σεμιράμις κατόρθωσε με παντός είδους θωπείες να πείσει τον σύζυγό της Νίνο, βασιλιά της Ασσυρίας να παραιτηθεί για μία ημέρα από το αξίωμά του και να της παραδώσει το σκήπτρο της βασιλείας.

Αλλά ποιο υπήρξε το πρώτο έργο της νέας αυτοκράτειρας; Να διατάξει να φονευθεί ο Νίνος, ο βασιλιάς και σύζυγός της, ώστε να εξασφαλίσει την εξουσία ισοβίως προς όφελός της. Η παρομοίωση είναι πλήρης και ταιριάζει σε όλα.

Η αμαρτία, όπως η Σεμίραμις που αγωνίζεται με παντός είδους θωπείες να πετύχει τη συγκατάθεση του ανθρώπου, αμέσως μόλις κατορθώσει αυτό που ποθεί, κατακυριεύει ,αιχμαλωτίζει και θανατώνει το λογικό.

Εγκαθιστά τον θρόνο της στην καρδιά και την κατευθύνει σε όλο τον βίο. Αυτή είναι η αμαρτία, αυτά τα χαρακτηριστικά της.

Όχι λοιπόν, ας μην υποχωρήσουμε ποτέ στις θωπείες της, ας μην παραδώσουμε σ’ αυτήν την εξουσία∙ ας μην πράξουμε ό,τι δεν θέλει η εσωτερική μας διάθεση∙ ας μην υποδουλώσουμε την ελεύθερη θέλησή μας στη θέληση της αμαρτίας∙ ας μη συγκατατεθούμε σε ό,τι είναι αντίθετο προς τον ηθικό νόμο.

Τίποτα ας μην καταστήσει την καρδιά μας μαλθακή. Ακόμη και τα πιο δελεαστικά λόγια, ας αναδείξουν την καρδιά μας σκληρότερη από τον χάλυβα. Να μη μας κάνουν καμία εντύπωση τα δάκρυα, οι στεναγμοί, οι υποσχέσεις, οι απειλές.

Να μείνουμε σταθεροί και ακλόνητοι στο φρόνημά μας, ώστε να μην μας συμβεί ύστερα από λίγο τα στεγνά μαγουλά μας να τα μουσκέψουν δάκρυα άκαρπης μετάνοιας. Η άνανδρη υποχώρηση θα μας προσκομίσει τα διπλά δεινά∙ πρώτα τη ντροπή και ύστερα τη δυστυχία.

Αντιθέτως, η ανδρεία θα προσκομίσει το θάρρος, τη δόξα και την ευτυχία. Τα πιο κατάλληλα παραδείγματα τα υποδεικνύει η Αγία Γραφή. Από μεν τους άνδρες, τον πάγκαλο Ιωσήφ, ο οποίος υπέμεινε κάθε κακοπάθεια , ακόμη και τον θάνατο, προκειμένου να τηρήσει τις ηθικές του αρχές, να τηρήσει την ηθική του ελευθερία, να τηρήσει τον νόμο του Θεού.

Από δε τις γυναίκες, την ενάρετη Σωσάννα, η οποία προτίμησε τον θάνατο από την αμαρτία. Εάν ο Νίνος έμενε ανυποχώρητος στις θωπείες της Σεμιράμιδος, αυτή θα έμενε υποταγμένη σ’ αυτόν για όλη της την ζωή.

Σταθερότητα λοιπόν και ανδρεία, γιατί μόνο με αυτά θα διατηρήσουμε την ηγεμονία του λογικού και την ηθική μας ελευθερία.

Το παράδειγμα του Νίνου μας διδάσκει ότι όχι μόνο η ισχυρή αμαρτωλή συνήθεια , αλλά και η αμαρτία που διαρπάχθηκε μια και μόνο φορά είναι κάτι επικίνδυνο και φοβερό. Ως εκ τούτου, είναι ανάγκη να αποφεύγουμε την αμαρτία με όλη μας τη δύναμη.

Ωστόσο, εάν αμαρτήσουμε ,γρήγορα να μετανοήσουμε, ώστε να μην υποδουλωθούμε . «Εάν το να αμαρτήσει κανείς είναι βαρύ», λέει ο Μέγας Βασίλειος, «το να επιμείνει στην αμαρτία πόσο βαρύτερο είναι; »∙ και ο θείος Χρυσόστομος προσθέτει: «δεν είναι φοβερό το να πέσεις, αλλά το να πέσεις και να μην σηκώνεσαι, το να κακοπαθείς με τη θέλησή σου και να έχεις αποβλακωθεί από τους λογισμούς απογνώσεως, προσπαθώντας να κρύψεις την ασθενική σου προαίρεση» ∙ και αμέσως: «το να αμαρτάνει κανείς είναι ίσως ανθρώπινο, το να επιμένει όμως στην αμαρτία δεν είναι ανθρώπινο, αλλά ολωσδιόλου σατανικό».

Πηγή: «Περί επιμελείας ψυχής
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ
ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ»

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2020

Λόγια Αγίων.

H ψυχή σου εξομοιώνεται με όσα κάνεις, παίρνει τη μορφή και το σχήμα των πράξεών σου.


Η εμφάνισή σου, το ντύσιμο, το βάδισμα και ο τρόπος που κάθεσαι, όπως και το φαγητό σου, το κρεβάτι, το σπίτι και τα έπιπλα του σπιτιού, όλα να είναι απλά. Και τα λόγια και το τραγούδι και η παρέα με το φίλο, κι αυτά να τείνουν στο μέτρο κι όχι στην υπερβολή.

 Μην κάνεις επίδειξη με περίτεχνα λόγια, ούτε με κορώνες στο τραγούδι, μην κάνεις διαλέξεις αλαζονικές και βαρυσήμαντες, μα απ’ όλα να αφαιρείς την υπερβολή. Να είσαι καλός με το φίλο, μαλακός με τον υφιστάμενο, ανεξίκακος με τους θρασείς, φιλάνθρωπος με τους περιφρονημένους. Να παρηγορείς όσους ταλαιπωρούνται, να επισκέπτεσαι όσους υποφέρουν, να συζητάς με γλυκύτητα, να απαντάς με χαμόγελο, να είσαι προσιτός σε όλους.
 Ούτε να πλέκεις εγκώμια του εαυτού σου, ούτε να παρακινείς τους άλλους να σου πλέκουν, και να μη συμφωνείς με λόγο υπερήφανο, καλύπτοντας όσο μπορείς τα προτερήματά σου.
Όσο για τα λάθη σου, πρώτος εσύ να κατηγορείς τον εαυτό σου, και να μην περιμένεις να σε διορθώσουν οι άλλοι […] Με των άλλων τα λάθη να μην είσαι αυστηρός και να μην κάνεις παρατηρήσεις γρήγορα και θυμωμένα, ούτε να τους καταδικάζεις για μικροπράγματα, σαν να είσαι εσύ απόλυτα σωστός.
 Αντίθετα, να στηρίζεις ψυχολογικά όσους έσφαλαν και να τους καθοδηγείς πνευματικά. Και να κάνεις τόση προσπάθεια για να αποφύγεις τη δόξα των ανθρώπων όση κάνουν άλλοι για να την αποκτήσουν. Μη ζημιώνεσαι λοιπόν θέλοντας να φαίνεσαι στους ανθρώπους. Ο πραγματικός, ο μεγάλος θεατής είναι ο Θεός. Στρέψε σ’ Αυτόν τη φιλοδοξία σου. Δίνει λαμπρό μισθό. Ή μήπως απέκτησες κάποιο αξίωμα, και οι άνθρωποι σε ακολουθούν και σε χειροκροτούν;
Να γίνεις ίσος με αυτούς που διοικείς, γιατί, όπως λέει η Καινή Διαθήκη, «μην καταδυναστεύετε αυτούς που ποιμαίνετε», και μην τους εξουσιάζετε, όπως κάνουν οι ηγέτες στον κόσμο. Γιατί όποιος θέλει να είναι πρώτος πρέπει να γίνει δούλος όλων, έτσι όρισε ο Κύριος. Και γενικά, να κυνηγάς την ταπεινοφροσύνη σαν να ήσουν ερωτευμένος μαζί της. «Αγάπησέ την και θα σε δοξάσει». Έτσι θα βρεις το δρόμο για την αληθινή δόξα, τη δόξα που δίνει ο Θεός. Κι ο Χριστός θα σε παρουσιάσει, για μαθητή Του, στους αγγέλους και θα σου δώσει δόξα, αν μιμηθείς την ταπεινοφροσύνη Του, Εκείνου που λέει: «Διδαχθείτε από το δικό μου παράδειγμα γιατί είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά και οι ψυχές σας θα βρουν ξεκούραση».
Μέγας Βασίλειος
Από το βιβλίο «Μικρή φιλοκαλία της καρδιάς»

Τρίτη 14 Ιουλίου 2020

Άνθη της ερήμου





Πῆγαν κάποτε στὸ ἀσκητήριο ἑνὸς Γέροντα λῃστὲς καὶ τοῦ εἶπαν:

«Ἔχουμε ἔλθει νὰ σοῦ πάρουμε ὅσα ἔχεις στὸ κελί σου».

Κι ἐκεῖνος εἶπε: «Πάρτε ὅσα νομίζετε, παιδιά μου».

Πῆραν λοιπὸν ὅσα βρῆκαν στὸ κελί, ξέχασαν ὅμως ἕνα σακοῦλι ποὺ ἦταν ἐκεῖ κρεμασμένο.

Τὸ πῆρε λοιπὸν ὁ Γέροντας κι ἔτρεχε ἀπὸ πίσω τους φωνάζοντάς τους καὶ λέγοντας:

«Παιδιά, πᾶρτε αὐτὸ ποὺ ξεχάσατε στὸ κελί σας».

Κι ἐκεῖνοι, ἐπειδὴ θαύμασαν τὴν ἀγαθότητα τοῦ Γέροντα, ἔβαλαν στὴ θέση τοὺς ὅλα τὰ πράγματα τοῦ κελιοῦ καὶ μετανιωμένοι ἔλεγαν μεταξύ τους:

«Πραγματικὰ αὐτὸς εἶναι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ».

Από το Μέγα Γεροντικόν (Περί ανεξικακίας)

Δευτέρα 13 Ιουλίου 2020

Λόγια Αληθινά!!!




''Όσοι είναι ίσιοι και απλοί, δεν έχουνε καμιά σκοτούρα. Ζούνε μακρυά από λιβανίσματα, από πονηριές ειδών-ειδών, από δυσπιστίες που φαρμακώνουνε τον άνθρωπο, από σκηνοθεσίες, από ψευτιές. Χαίρονται για τα καλά, για τα απλά, για τα αγνά, για τα σεμνά, για τα ταπεινά.''

~ Φώτης Κόντογλου

Κυριακή 12 Ιουλίου 2020

Πως θα δείξω αγάπη;;;

-Γέροντα, πώς θα δείξω αγάπη;


- Να δείξω αγάπη; Δεν το καταλαβαίνω. Αυτό είναι κάτι ψεύτικο, υποκριτικό. Να υπάρχει η αγάπη μέσα μας και να μας προδώση, ναι. Η αληθινή αγάπη πληροφορεί τον άλλον χωρίς εξωτερικές εκδηλώσεις. Αγάπη είναι να ακούσεις με πόνο την στενοχώρια του άλλου.

Αγάπη είναι κι ένα βλέμμα πονεμένο κι ένας λόγος που θα πεις με πόνο στον άλλον, όταν αντιμετωπίζει κάποια δυσκολία. Αγάπη είναι να συμμερισθείς τη λύπη του, να τον αναπαύσεις στη δυσκολία του. Αγάπη είναι να σηκώσεις έναν βαρύ λόγο που θα σου πει. Όλα αυτά βοηθούν περισσότερο από τα πολλά λόγια και τις εξωτερικές εκδηλώσεις.

Όταν πονάς εσωτερικά για τον άλλον, ο Θεός τον πληροφορεί για την αγάπη σου και την καταλαβαίνει χωρίς εξωτερικές εκδηλώσεις.

Όπως και όταν δεν εκδηλώνεται η κακία μας, αλλά είναι εσωτερική, πάλι ο άλλος την καταλαβαίνει. Βλέπεις, και ο διάβολος, όταν παρουσιάζεται ως «άγγελος φωτός», φέρνει ταραχή, ενώ ο Άγγελος ο πραγματικός φέρνει μια απαλή ανέκφραστη αγαλλίαση.

– Τι είναι αυτό, Γέροντα, που με εμποδίζει να πληροφορούμαι την αγάπη των άλλων;

– Μήπως δεν έχεις καλλιεργήσει την αγάπη; Όποιος αγαπάει, πληροφορείται για την αγάπη του άλλου, αλλά και πληροφορεί τον άλλον για την αγάπη του.

Καταλαβαίνει ο άλλος αν υποκρίνεσαι ή αν τον αγαπάς πραγματικά, γιατί πάει σαν τηλεγράφημα η αγάπη. Αν κάνουμε λ.χ. μια επίσκεψη σ’ ένα ορφανοτροφείο, τα παιδιά αμέσως θα καταλάβουν με τι διάθεση πήγαμε.

Είχαν έρθει μια φορά στο Καλύβι να ζητήσουν τη γνώμη μου κάποιοι που ήθελαν να κάνουν ένα ίδρυμα για εγκαταλελειμμένα παιδιά. «Το κυριώτερο από όλα, τους είπα, είναι να πονέσετε τα παιδιά αυτά σαν παιδιά σας και ακόμη περισσότερο.

Αυτό είναι που θα πληροφορήσει τα παιδιά για την αγάπη σας. Αν δεν τα πονάτε, μην ξεκινάτε να κάνετε τίποτε». Τότε ένας γιατρός , πολύ ευλαβής, είπε: «Έχεις δίκαιο, Πάτερ. Κάποτε μια συντροφιά είχαμε επισκεφθεί για πρώτη φορά ένα ορφανοτροφείο και τα παιδιά κατάλαβαν τη διάθεση του καθενός.

“Ο κύριος τάδε, είπαν, είναι περαστικός, ο κύριος τάδε ήρθε να περάσει την ώρα του μαζί μας ο κύριος τάδε μας αγαπάει πραγματικά”». Βλέπετε πώς πληροφορεί η αγάπη.

Γέροντας Παΐσιος

Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης (12 Ιουλίου)




Ο Όσιος πατήρ Παΐσιος ο Αγιορείτης γεννήθηκε από ευλαβείς γονείς, τον Πρόδρομο και την Ευλαμπία Ενζεπίδη, στα Φάρασα της Καππαδοκίας στις 25 Ιουλίου του 1924 μ.Χ., λίγες μέρες πριν από τη φυγή των Φαρασιωτών από την πατρώα γη για την Ελλάδα. Στη βάπτισή του, ο Όσιος Αρσένιος ο Καππαδόκης (βλέπε 10 Νοεμβρίου), ο πλήρης ημερών και αγιότητος βίου κοσμούμενος ιερέας των Φαράσων, τον ονόμασε Αρσένιο, «για να τον αφήσει καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είπε.

Στην Ελλάδα, η οικογένεια του μικρού Αρσενίου εγκαταστάθηκε στην Κόνιτσα της Ηπείρου, όπου ο ίδιος πέρασε τα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Γαλουχούμενος με τις διηγήσεις για το θαυμαστό βίο του Αγίου Αρσενίου, έλεγε ότι θα γίνει μοναχός από την ηλικία των 5 ετών! Και αφού έμαθε να διαβάζει, αγαπημένη του ασχολία υπήρξε η ανἀγνωση των βίων των Αγίων, των οποίων εμιμείτο τους ασκητικούς αγώνες με θερμό ζήλο.

Μετά από τις εγκύκλιες σπουδές του δε θέλησε να συνεχίσει στα γράμματα, αλλά προτίμησε να μιμηθεί το Χριστό και μαθήτευσε στην τέχνη του ξυλουργού, την οποία άσκησε με επιμέλεια και δεξιοσύνη. Στην ηλικία των 15 ετών αξιώθηκε της θέας του Κυρίου, για ένα μόνο φιλότιμο λογισμό, μέσω του οποίου απέκρουσε μία δαιμονική προσβολή του πειρασμού της απιστίας. Από τότε φούντωσε μέσα του ακόμη περισσότερο η φλόγα της αγάπης του Θεού και ο πόθος για τη μοναχική ζωή.

Ακολούθησαν καιροί ταραχής και αναστάτωσης για την Ελλάδα, λόγω της ξένης Κατοχής και του εμφυλίου πολέμου. Ο Όσιος όμως, τόσο ως πολίτης όσο και ως στρατιώτης κατά τη θητεία του (1945 - 1949 μ.Χ.), επέδειξε απαράμιλλο θάρρος και αυτοθυσία. Ήταν πρόθυμος να δώσει κάθε στιγμή και τη ζωή του ακόμα για τη σωτηρία των άλλων. Ευρισκόμενος μάλιστα συχνά μέσα στον καταιγισμό των φονικών πυρών, συνέβη να σώσει με τις θερμές προσευχές του πολλούς στρατιώτες, αλλά να σωθεί και ο ίδιος με τρόπο θαυμαστό.

Επειδή το μεγαλύτερο διάστημα της στρατιωτικής του θητείας το υπηρέτησε με την ειδικότητα του ασυρματιστή, πολλές εκδόσεις αφιερωμένες στη ζωή του Οσίου τον αναφέρουν ως «Ασυρματιστή του Θεού». Μάλιστα, ο Όσιος φέροντας ως παράδειγμα την ειδικότητά του στον στρατό, απάντησε σε κάποιον που αμφισβητούσε τη χρησιμότητα της μοναχικής ζωής ότι οι μοναχοί είναι «ασυρματιστές του Θεού», εννοώντας την θερμή τους προσευχή και την έγνοια τους για την υπόλοιπη ανθρωπότητα.


Ύστερα και από αυτές τις περιπέτειες, θέλησε να καταταγεί στο αγγελικό τάγμα των μοναχών, με τα φτερά που δίνει ο θείος έρωτας. Έτσι, μετέβη στο Άγιον Όρος, αναζητώντας έναν οδηγό για τη ζωή της κατά Θεόν ησυχίας. Δεν κατάφερε όμως να εκπληρώσει αμέσως τον πόθο του. Παράλληλα, οι δικοί του βρέθηκαν την ίδια περίοδο σε μεγάλη οικονομική δυσκολία, οπότε τον κάλεσαν να τους βοηθήσει. Έτσι, επέστρεψε στην Κόνιτσα και εργάστηκε ως μαραγκός. Μετά από 3 χρόνια όμως (1953 μ.Χ.), σε ηλικία 29 ετών πλέον, εγκατέλειψε τα πράγματα του κόσμου και επέστρεψε στην Αθωνική Πολιτεία.

Αφού περιήλθε σκήτες και καλύβες, ακολούθησε τελικά τη συμβουλή ενός σεβάσμιου γέροντα και εντάχθηκε στην αδελφότητα της Ιερά Μονή Εσφιγμένου, γνωστής τότε για την αυστηρή της τάξη. Εκεί έζησε μέσα στην ολοτελή υπακοή και επιδόθηκε σε υπέρμετρη άσκηση, υπερβάλλοντας σε κόπους για χάρη του Χριστού και των αδελφών του. Έτσι, στις 27 Μαρτίου 1954 μ.Χ. εκάρη μοναχός. Έλαβε ρασοευχή και το όνομα Αβέρκιος. Έχοντας όμως άσβεστο μέσα του τον πόθο για τον ησύχιο και απράγμονα βίο, πήρε την ευλογία του Ηγουμένου και πήγε να μονάσει στην Ιερά Μονή Φιλοθέου, που ήταν τότε σε κατάσταση ιδιόρρυθμη. Εκεί προετοιμάστηκε για τη ζωή του ερημίτη, κάτω από την καθοδήγηση ενός διακριτικού και σοφού γέροντα, του γέροντα Συμεών. Στις 12 Μαρτίου 1956 μ.Χ., εκάρη μικρόσχημος μοναχός και έλαβε το όνομα «Παΐσιος», χάρη στο Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο τον β΄, ο οποίος ήταν και συμπατριώτης του.

Τον Αύγουστο του 1958 μ.Χ., υπακούοντας σε θεία βουλή, δεν εγκαταστάθηκε στην έρημο, για την οποία προετοιμαζόταν, αλλά στην κατεστραμμένη Ιερά Μονή της Παναγίας του Στομίου, που βρίσκεται κοντά στην Κόνιτσα. Σε αυτήν έζησε 4 χρόνια, ζώντας ισάγγελο βίο, παλεύοντας με τους πειρασμούς, ευεργετώντας τους ανθρώπους της περιοχής, σώζοντας πολλούς από τις διδασκαλίες των προτεσταντικών ομάδων που δρούσαν εκεί, και ανακαινίζοντας με πολύ μόχθο το Μοναστήρι.

Τo 1962 μ.Χ., όταν και ολοκληρώθηκε το έργο της ανακαίνισης και ο κίνδυνος από τις ετερόδοξες ομάδες εξέλιπε, ο Όσιος παρακαλούσε μέσα στους πειρασμούς, που καθημερινά τον πολιορκούσαν, θερμά το Θεό να του δείξει το δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσει. Έτσι, δέχθηκε ως θεόσταλτη την πρόσκληση κάποιου ιεροδιακόνου να τον συνοδεύσει στο θεοβάδιστο Όρος του Σινά. Πάνω σε κείνον τον άνυδρο και ξερό τόπο, στο κελί των Αγίων Γαλακτίωνος και Επιστήμης, έζησε επιτέλους αυτό που χρόνια ποθούσε, την προς Θεόν μόνωση.


Αγωνιζόμενος με πολλή ταπείνωση, διαρκή νηστεία, ακατάπαυστη αγρυπνία και αδιάλειπτη προσευχή, κατάφερε να υπερνικήσει τις παγίδες του μισόκαλου εχθρού και να απολαύσει την ένωση με το Θεό. Γεμάτος από τη χάρη της θείας παρακλήσεως, απολάμβανε την κατά Θεόν ευφρόσυνη μέσα στο καμίνι της απαράκλητης ερήμου. Έγινε μάλιστα ιδιαίτερα αγαπητός στους Βεδουίνους, δίνοντάς τους τρόφιμα με χρήματα από την πώληση στους προσκυνητές ξύλινων σταυρών που έφτιαχνε ο ίδιος.

Δεν θα υπήρχε, έτσι, κανένας λόγος να εγκαταλείψει το στάδιο εκείνο της αρετής, εάν – φεύ! – δεν ενέσκηπτε η σωματική ασθένεια από το τραχύ κλίμα, η οποία τον ανάγκασε να επιστρέψει στην κατά σάρκα πατρίδα του. Επανερχόμενος στο Άγιον Όρος το 1964 μ.Χ., δεν ελάττωσε το πλήθος των ασκητικών αγώνων του, παρά την καταβολή του σώματος, καθώς στο πνεύμα διατηρούσε την πρότερη ζέση του. Ζώντας λοιπόν ως ξένος και παρεπίδημος στη γη, έφτασε να γίνει πολίτης του ουρανού.

Έχοντας, συνεπώς, την πράξη ως την «επίβασιν» της θεωρίας, έφτασε σε υψηλά μέτρα και έγινε κοινωνός θείων μυστηρίων. Εντρύφησε έτσι και στην ωραιότητα του Κυρίου, ενώ επιπλέον έτυχε και της Θεομητορικής ευλογίας. Συνομίλησε με αγίους που εμφανίστηκαν μπροστά του, βίωσε την όραση του Άγγελου Φύλακά του, άκουσε αγγελικούς ύμνους και καταυγάσθηκε από το ουράνιο φως.

Το 1966 μ.Χ. ασθένησε σοβαρά και εισήχθη στο Κέντρο Νοσημάτων Θώρακος Βορείου Ελλάδας (Νοσοκομείο Παπανικολάου). Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο Άγιον Όρος φιλοξενήθηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού στη Σουρωτή. Επέστρεψε στο Άγιον Όρος μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μ.Χ. μετακινήθηκε στα Κατουνάκια και συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του Υπατίου (Βλάχικα).

Στις 12 Αυγούστου 1968 μ.Χ. ο Όσιος Παΐσιος, εισήλθε στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα και μόνασε στο κελί του Τιμίου Σταυρού.

Το 1979 μ.Χ. αφήνει τον Τίμιο Σταυρό και αναζητώντας κελί πηγαίνει στην εγκαταλελειμμένη «Παναγούδα». Εκεί ο Όσιος εργάστηκε σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με «ομόλογο», όπου και έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που εγκαταστάθηκε στην Παναγούδα πλήθος λαού τον επισκεπτόταν. Ήταν μάλιστα τόσο το πλήθος ώστε να υπάρχουν και ειδικές σημάνσεις που επεσήμαναν τον δρόμο προς το κελί του, ώστε να μην ενοχλούν οι επισκέπτες τους υπολοίπους μοναχούς. Επίσης δεχόταν πάρα πολλές επιστολές. Όπως έλεγε ο Όσιος στενοχωρείτο πολύ, γιατί από τις επιστολές μάθαινε μόνο για διαζύγια και ασθένειες ψυχικές ή σωματικές. Παρά το βεβαρημένο πρόγραμμά του, συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο να ξεκουράζεται ελάχιστα, 2 με 3 ώρες την ημέρα. Εξακολούθησε όμως να δέχεται και να προσπαθεί να βοηθήσει τους επισκέπτες. Συνήθιζε επίσης να φτιάχνει «σταμπωτά» εικονάκια τα οποία χάριζε στους επισκέπτες σαν ευλογία.

Σε όλη αυτήν την καθημερινή κούραση του Οσίου Παϊσίου έρχονται να προστεθούν και τα προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του οι πόνοι από τις διάφορες αρρώστιες όπως κολίτιδα, η οποία του άφησε μόνιμα δυσπεπτικά, βουβωνοκήλη και κυρίως από τον καρκίνο που του είχε διαγνωσθεί, γίνονταν όλο και περισσότεροι. Παρ' όλ' αυτά όμως αυτός ήταν ήρεμος και υπέμενε χωρίς να διαμαρτύρεται καθόλου. Αντιθέτως συνέχιζε να προσεύχεται για όλους.

Μετά το 1993 μ.Χ. παρουσίαζε αιμορραγίες για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί, λέγοντας ότι «όλα θα βολευτούν με το χώμα». Το Νοέμβριο του ίδιου έτους βγήκε για τελευταία φορά από το Άγιον Όρος και πήγε στη Σουρωτή, στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί έμεινε για λίγες μέρες και ενώ ετοιμαζόταν να φύγει ασθένησε και μεταφέρθηκε στο Θεαγένειο, όπου έγινε διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Θεώρησε τον καρκίνο εκπλήρωση αιτήματός του προς το Θεό και ωφέλιμο για την πνευματική του υγεία. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1994 μ.Χ. χειρουργήθηκε. Παρότι η ασθένεια δεν έπαυσε, αλλά παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ, ο Όσιος ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιον Όρος στις 13 Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.

Στο τέλος του Ιουνίου οι γιατροί του ανακοίνωσαν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του. Κοιμήθηκε την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 μ.Χ. και ώρα 11:00 και ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης.

Στις 13 Ιανουαρίου 2015 συνήλθε η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και αποφάσισε την κατάταξη του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου έχει ως εξής:

«Συνῆλθεν, ὑπό τήν προεδρίαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τήν τακτικήν συνεδρίαν αὐτῆς σήμερον, Tρίτην, 13ην Ἰανουαρίου 2015, πρός ἐξέτασιν τῶν ἐν τῇ ἡμερησίᾳ διατάξει ἀναγεγραμμένων θεμάτων.

Κατ᾿ αὐτήν, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος: α) ὁμοφώνως ἀποδεχθεῖσα εἰσήγησιν τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς ἀνέγραψεν εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τόν μοναχόν Παΐσιον Ἁγιορείτην καί β) προτάσει τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, διά ψήφων κανονικῶν ἐξελέξατο παμψηφεί τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτην κ. Εἰρηναῖον Ἀβραμίδην, διακονοῦντα ἐν Παρισίοις, Βοηθόν Ἐπίσκοπον παρά τῷ Σεβασμιωτάτῳ Μητροπολίτῃ Γαλλίας κυρίῳ Ἐμμανουήλ, ὑπό τόν τίτλον τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς Ρηγίου.

Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 13ῃ Ἰανουαρίου 2015
Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου»

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α ́. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν Φαράσων τὸν γόνον, καὶ τοῦ Ἄθωνος κλέϊσμα, καὶ τῶν ἀπ᾿ αἰῶνος ὁσίων, μιμητὴν καὶ ἰσότιμον, Παΐσιον τιμήσωμεν πιστοί, τὸ σκεῦος χαρισμάτων τὸ μεστόν, ὡς φυλάσσοντα ἐκ πάντων τῶν λυπηρῶν, τοὺς πίστει ἀνακράζοντας, δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ ́. Θείας πίστεως.
Ὥσπερ ἄγγελος, φανεὶς ἐν κόσμῳ, ἐν τοῖς ἔτεσι, τοῖς τελευταίοις, χριστομίμητε Παΐσιε ὅσιε, ἀσκητικῶς γὰρ βιώσας ἐν Ἄθωνι, ὡς παμφαέστατος ἥλιος ἔλαμψας, καὶ κατηύγασας, πιστῶν τὰ πλήθη τῇ χάριτι, τοῖς ῥήμασι σημείοις καὶ τοῖς θαύμασι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ ́. Ταχὺ προκατάλαβε.
Παΐσιε γέγονας, τῶν ἀσκητῶν ἡ κρηπίς, τοῦ Ἄθωνος κλέϊσμα, καὶ Σουρωτῆς ὁ τροφός, Κονίτσης τὸ καύχημα, σὺ γὰρ ἐπὶ τὰ ἴχνη, Ἀρσενίου ὁδεύσας, εἴληφας χαρισμάτων, τὴν πληθὺν Παρακλήτου, ἀφθόνως τοῖς σὲ τιμῶσιν, παρέχων τὰ πρόσφορα.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α ́. Τὸν Συνάναρχον Λόγον.
Τὸν πανεύφημον ἄνδρα, τοῦ ὄρους Ἄθωνος, τὸν ἐπ' ἐσχάτων τῶν χρόνων, καθάπερ φάος λαμπρόν, τὴν σκοτίαν τῶν πιστῶν διασκεδάσαντα, καὶ νοσήματα ψυχῶν, καὶ σαρκὸς ἐπιφοράς, ἰώμενον ὑπὲρ φύσιν, τῆς προοράσεως λύχνον, νέον Παΐσιον τιμήσωμεν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ ́. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Ἁγίου Ὄρους ἀσκητὴν τὸν περιάκουστον, καὶ Ἐκκλησίας τὸν φωστῆρα τὸν νεόφωτον, ἐπαινέσωμεν ἐν ὕμνοις ὁλοκαρδίως, ποδηγῶν γὰρ τοὺς πιστοὺς πρὸς βίον ἄριστον, ποταμῶν τῶν δωρημάτων τούτους ἔπλησας, διὸ κράζουσι· Χαίροις πάτερ Παΐσιε.

Κάθισμα
Ἦχος α ́. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Τῇ χάριτι Χριστοῦ, ὡς οἱ πάλαι Πατέρες, συνέζησας σεμνέ, τοῖς ἀλόγοις θηρίοις, καὶ φίλος ἐτέλεσας, πτερωτῶν καὶ τῶν ὄφεων, ὅθεν ἅπαντες, οἱ σὲ εἰδόντες θεόφρον, ἐξεπλάγησαν, καὶ Παντοκράτορα Λόγον, ἀνύμνησαν Ὅσιε.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος γ ́. Τὴν ὡραιότητα.
Τὸν πολυθαύμαστον, σεμνὸν Παΐσιον, τὸν καθαιρέσαντα, ὀφρὺν τοῦ δράκοντος, καὶ ἡδονὰς τὰς σαρκικάς, συντρίψαντα τῇ ἀσκήσει, Ἄθωνος τὸ κλέϊσμα, καὶ Φαράσων ἐκβλάστημα, τὸν εὐεργετήσαντα, πολυτρόπως τοῖς θαύμασι, τὰ πλήθη τῶν πιστῶν ὀρθοδόξων, πάντες τιμήσωμεν ἐνθέως.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ ́. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τῆς νεότητος ὤφθης παιδαγωγός, καὶ ἀκέστωρ ἀνθρώπων ναρκομανῶν, τοῖς σχοῦσι δυσίατα, πορνικὰ ἁμαρτήματα, ταῖς σαῖς εὐχαῖς ἐφάνης, θεράπων πανάριστος, καὶ ἐκ τῶν ἐκζητούντων, ὁδὸν τὴν σωτήριον, Πάτερ ἐπεγνώσθης, ἀκριβὴς ποδηγέτης, καὶ πάντων Παΐσιε, βακτηρία γεγένησαι, ἀσκητὰ θεοφώτιστε, διὸ ἐν Σουρωτῇ οἱ πιστοί, τὸν σὸν τάφον, προσκυνοῦντες χαίρουσι, καὶ σεμνῶς τὴν σὴν μνήμην, κατὰ χρέος προσμέλπουσι.

Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ ́.Ταχὺ προκατάλαβε.
Εὐχῆς ἐργαστήριον, ἡ σὴ ἁγία ψυχή, Παΐσιε γέγονε, τῇ συνεχεῖ προσευχῇ, καὶ θείαις δεήσεσι, σὺ γὰρ μακροχρονήσας, ἐν τῇ κέλλῃ σου πάτερ, ὤφθης καθάπερ στήλη, φωτεινὴ ἱκετεύων, Χριστὸν τὸν πάντων κτίστην, καὶ παντοκράτορα.

Ὁ Οἶκος
Ἄγγελος ὥσπερ ἄλλος, ἐν ἐσχάτοις τοῖς χρόνοις, Παΐσιε ἐφάνης ἐν Ἄθῳ, ὁσίως γὰρ ζήσας ἐν γῇ, ἀσκητῶν τῶν ἀρχαίων ἰσοστάσιος, ἐφάνης τοῖς συνοῦσί σοι, βοῶσί σοι θερμῶς τοιαῦτα·

Χαῖρε Φαράσων ὁ θεῖος γόνος·
χαῖρε τοῦ Ἄθωνος μέγας ὄλβος.

Χαῖρε τῆς Κονίτσης τὸ ἔνθεον καύχημα·
χαῖρε Σουρωτῆς κοινοβίου καλλώπισμα.

Χαῖρε βρύσις ἡ πολύκρουνος ὑπὲρ φύσιν δωρεῶν·
χαῖρε ῥεῦμα ἀκατάσχετον ἰαμάτων σωστικῶν.

Χαῖρε ὅτι κλεΐζεις τὴν Μονὴν Ἐσφιγμένου·
χαῖρε ὅτι οἰκεῖς ἐν τῷ ὄρει Σιναίου.

Χαῖρε βροτῶν ἀτύφων ὁ ἔξαρχος·
χαῖρε πολλῶν χαρίτων ὁ κάτοχος.

Χαῖρε δεινῶς ἀλγουμένων ὁ ῥύστης·
χαῖρε ἀνδρῶν μοναστῶν ὑποφήτης.

Χαίροις πάτερ Παΐσιε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῶν Φαράσων θεῖος βλαστός, Ἄθωνος τοῦ Ὄρους περιάκουστος ἀσκητής, χαίροις τῆς Ἑλλάδος ὁ φωτιστὴς ὁ νέος, Παΐσιε τῶν νέων μέγιστε σύμμαχε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὁ διδάσκαλος Σουρωτῆς, τοῦ Σιναίου ὄρους ὁ σεμνότατος ἀσκητής, χαίροις ἐν Κονίτσῃ τῶν συμπατριωτῶν σου, κατοίκων ὄντως τύπος Πάτερ πρὸς μίμησιν.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἄνδρας καὶ γυναῖκας ναρκομανεῖς, καὶ πληθὺν ἀνθρώπων, δαιμονώντων ταῖς σαῖς λιταῖς, καὶ τοὺς ἀσθενοῦντας, πολυειδῶς θεόφρον, Παΐσιε μὴ παύσῃ, σώζων ἑκάστοτε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Μοναζόντων ὅσιε τὸν χορόν, ταῖς ἱκετηρίαις, πρὸς Δεσπότην διηνεκῶς, ὅσιε βοήθει, ὡς παῤῥησίαν ἔχων, Παΐσιε κρατίστην, θεομακάριστε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἔχοντες ὡς μέγιστον θησαυρόν, τὸν σὸν τάφον Πάτερ, ἀρυόμεθα οἱ πιστοί, δύναμιν καὶ θάρσος, ἐν τοῖς δεινοῖς τοῦ βίου, Παΐσιε παμμάκαρ, ἄνερ τῆς χάριτος.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Πάτερ ὁσιώτατε τοὺς βροτούς, τοὺς ὑμνολογοῦντας, πολιτείαν σου τὴν σεπτήν, τῇ ἐπισκοπῇ σου, προστάτευσον ἐκ βλάβης, βελίαρ τοῦ ἀρχαίου, τοῦ πολεμήτορος. Πᾶσαι τῶν ἀγγέλων.

Συναξάριον 12 Ιουλιου

Συναξάριον

12/07/2020 εορτάζουν:
Άγιοι Πρόκλος και Ιλάριος, Αγία Βερονίκη η αιμορροούσα, Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
Άγιοι Πρόκλος και Ιλάριος
Αγία Βερονίκη η αιμορροούσα
Άγιος Σεραπίων ο νέος
Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
Άγιοι Ανδρέας ο Στρατηλάτης, Ηράκλειος, Φαύστος, Μηνάς και η συνοδεία τους
Όσιος Μιχαήλ ο Μαλείνος πνευματικός πατέρας του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη
Σύναξη της Παναγίας της Τριχερούσας στο Άγιο Όρος
Ανακομιδή Ιερών Λειψάνων του Αγίου Γεωργίου Επισκόπου Άσσου Μυτιλήνης
Άγιος Αρσένιος του Νόβγκοροντ
Άγιος Μάμας πέραν εν τω Σίγματι
Σύναξη της Παναγίας της Κουκουζέλισσας στην Νέα Κίο Αργολίδας
Αγιοι Πέντε Οσιομάρτυρες Λειψών


Βιογραφία
Οι Άγιοι μάρτυρες Πρόκλος και Ιλάριος, έζησαν την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Τραϊνού (98 - 117 μ.Χ.) και του ηγεμόνα Μαξίμου.

Πρώτος συνελήφθη ο Άγιος Πρόκλος και αφού διακήρυξε την πίστη του στον Θεό ενώπιον του αυτοκράτορα, οδηγήθηκε στον ηγεμόνα να υποβληθεί σε βασανιστήρια. Πρώτα λοιπόν του έκαψαν την κοιλιά με αναμμένους δαυλούς, στην συνέχεια του ξέσκισαν όλο το σώμα με σιδερένια νύχια, έπειτα τον κρέμασαν και τέλος πάρθηκε η απόφαση να θανατωθεί με τόξα.

Καθ' οδόν λοιπόν προς τον τόπο του μαρτυρίου, ο Άγιος συνάντησε τον ανιψιό του Ιλάριο, ο οποίος χαιρέτησε τον θείο του. Γι' αυτό τον λόγο συνελήφθη.

Έτσι αφού θανατώθηκε ο Άγιος Πρόκλος με τα τόξα στη συνέχεια θανατώθηκε και ο Ιλάριος, αφού πρώτα ρωτήθηκε αν είναι και αυτός χριστιανός. Έτσι έλαβαν τον στέφανο του μαρτυρίου.